«...ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΚΑΤΟΙΚΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ...»
MARTIN HEIDEGGER
Από όλες
τις προσαγορεύσεις που μπορούμε εμείς οι άνθρωποι να εκφράσουμε, η γλώσσα είναι
η υψηλότερη και μακράν όλων η πρώτη. Η γλώσσα είναι αυτή που κατ' αρχάς και
τελικά μας στέλνει νεύματα για την ουσία ενός πράγματος. Ωστόσο, αυτό δεν
σημαίνει σε καμμία περίπτωση ότι η γλώσσα -με κάθε σημασία της λέξης, που την
έχουμε συλλάβει τυχαία- μας παρέχει και τη διαφανή ουσία του πράγματος άπαξ δια
παντός, όπως συμβαίνει με ένα έτοιμο προς χρήση αντικείμενο. Αλλά η αντίστοιχη
κατάσταση, στην οποία ο άνθρωπος ακούει πραγματικά την προσαγόρευση της
γλώσσας, είναι εκείνο το λέγειν που ομιλεί μέσα στο στοιχείο της ποίησης. Όσο
πιο ποιητικό είναι το έργο ενός ποιητή, τόσο πιο ελεύθερο είναι το λέγειν του,
δηλαδή πιο ανοιχτό και πιο έτοιμο να δεχτεί το απρόβλεπτο, τόσο πιο καθαρά
θέτει το λεχθέν του στην κρίση του ακούειν που καταβάλλει όλο και μεγαλύτερες
προσπάθειες, τόσο πιο μακριά είναι το λεχθέν του από την απλή απόφανση, για την
οποία συζητούμε μόνο για το αν είναι ορθή ή όχι. (Martin Heidegger, από την
παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
...Αλλά τι
λέει ο Χαίλντερλιν για το ποιητικό κατοικείν του ανθρώπου; Αναζητούμε την
απάντηση σ' αυτό το ερώτημα, ακούγοντας με προσοχή τους στίχους 24 έως 38 του από
μελέτη ποιήματος. Διότι, οι δύο στίχοι που ερμηνεύσαμε στην αρχή προέρχονται
από αυτό. Ο Χαίλντερλιν λέει:
Όταν γεμάτος κόπο ο βίος του, μπορεί ένας
άνθρωπος να υψώσει το βλέμμα του και να πει: έτσι
θέλω κι εγώ; Ναι. Όσο η φιλοφροσύνη, η Αγνή,
διαρκεί στην καρδιά, δεν είναι ατελέσφορη η αναμέτρηση
του ανθρώπου με τη θεότητα. Είναι άγνωστος άραγε ο
θεός;
Είναι φανερός όπως ο ουρανός; Μάλλον
αυτό πιστεύω. Είναι το μέτρο του ανθρώπου.
Εντελώς επάξια, αλλά ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος
πάνω σ' αυτήν τη γη. Όμως η σκιά της έναστρης νύχτας,
αν θα μπορούσα έτσι να το πω, δεν είναι καθαρότερη
από τον άνθρωπο, αυτή την εικόνα της θεότητας.
Υπάρχει, άραγε, ένα μέτρο πάνω στη γη; Δεν υπάρχει
κανένα.
άνθρωπος να υψώσει το βλέμμα του και να πει: έτσι
θέλω κι εγώ; Ναι. Όσο η φιλοφροσύνη, η Αγνή,
διαρκεί στην καρδιά, δεν είναι ατελέσφορη η αναμέτρηση
του ανθρώπου με τη θεότητα. Είναι άγνωστος άραγε ο
θεός;
Είναι φανερός όπως ο ουρανός; Μάλλον
αυτό πιστεύω. Είναι το μέτρο του ανθρώπου.
Εντελώς επάξια, αλλά ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος
πάνω σ' αυτήν τη γη. Όμως η σκιά της έναστρης νύχτας,
αν θα μπορούσα έτσι να το πω, δεν είναι καθαρότερη
από τον άνθρωπο, αυτή την εικόνα της θεότητας.
Υπάρχει, άραγε, ένα μέτρο πάνω στη γη; Δεν υπάρχει
κανένα.
Από τους
στίχους αυτούς θα εξετάσουμε μόνο ένα μικρό μέρος ,και με μοναδική πρόθεση να
ακούσουμε με μεγαλύτερη σαφήνεια αυτό που λεέι ο Χαίλντερλιν όταν χαρακτηρίζει "ποιητικό"
το κατοικείν του ανθρώπου. Οι πρώτοι στίχοι που δεν διαβάσαμε μας στέλνουν ήδη
ένα νεύμα(στ.24-26).Έχουν την μορφή ερώτησης, στην οποία ο ποιητής απαντά
καταφατικά γεμάτος εμπιστοσύνη: Ναι.
Η ερώτηση
εκφράζει έμμεσα αυτό που οι ήδη ερμηνευόμενοι στόχοι εκφράζουν αμεσότερα: "Εντελώς
επάξια, αλλά ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος πάνω σ' αυτήν τη γη". Ο
Χαίλντερλιν ερωτά:
Όταν γεμάτος κόπο είναι ο βίος του, μπορεί ένας
άνθρωπος να υψώσει το βλέμμα του και να πει: έτσι
θέλω κι εγώ να είμαι; Ναι.
άνθρωπος να υψώσει το βλέμμα του και να πει: έτσι
θέλω κι εγώ να είμαι; Ναι.
Μόνο μέσα
από συνεχή μόχθο και προσπάθεια μπορεί ο άνθρωπος να προσποριστεί επάξια άφθονα
"κέρδη".
Αλλά έτσι
του επιτρέπεται επίσης, με αφετηρία τον εαυτό του και μέσω του εαυτού του, να
υψώσει το βλέμμα στο ουράνιο. Το υψωμένο προς τα πάνω βλέμμα διατρέχει την
απόσταση που μας χωρίζει από τον ουρανό, αλλά παραμένει πάνω στη γη. Αυτό το
Ενδιάμεσο χορηγεί το μέτρο για το κατοικείν του ανθρώπου. Αυτή τη χρηγούσα το
μέτρο διάπλωση, χάριν της οποίας παραμένει ανοιχτός ο Ενδιάμεσος Χώρος μεταξύ
γης και ουρανού, την ονομάζουμε διάσταση. Η τελευταία, δεν προκύπτει από το
γεγονός ότι η γη κι ο ουρανός είναι στραμμένοι η μία στον άλλον. Αντίθετα, μάλιστα,
στο γεγονός ότι είναι στραμμένοι ο ένας στην άλλη οφείλεται στη διάσταση. Η
διάσταση δεν είναι έκταση του χώρου, όπως συνηθίζουμε να τον αντιλαμβανόμαστε, γιατί
το χωρικό, από την πλευρά του, ως παραχωρούμενος χώρος, έχει ανάγκη τη διάσταση
δηλαδή αυτό στο οποίο έχει αφεθεί να εισχωρήσει.
Η ουσία της
διάστασης είναι ο φωτιζόμενος και δυνάμενος να διαμετρηθεί Ενδιάμεσος Χώρος, ο
oποίος χορηγείται στον άνθρωπο: ο χώρος που μεσολαβεί μεταξύ του ουρανού επάνω
και της γης κάτω. Δεν θα δώσουμε όνομα στην ουσία της διάστασης. Σύμφωνα με τα
όσα λέει ο Χαίλντερλιν, ο άνθρωπος διαμετρά απ' άκρο σ' άκρο τη διάσταση, ενώ
αναμετράται με το ουράνιο. Αυτήν τη διαμέτρηση δεν την επιχειρεί ευκαιριακά, αλλά
μόνο πραγματοποιώντας την ο άνθρωπος μπορεί πραγματικά να είναι άνθρωπος.
Μπορεί
βέβαια να αναστείλει, να την συντομεύσει ή να την παραποιήσει, αλλά δεν μπορεί
να την αποφύγει.
Ο άνθρωπος,
ως άνθρωπος συγκρινόταν ήδη πάντοτε με κάτι και αναμετριόταν με κάτι το
ουράνιο. Και ο Εωσφόρος κατάγεται από τον ουρανό. Γι' αυτό λέει στους επόμενους
στίχους (28 έως 29): "Ο άνθρωπος... αναμετράται με τη θεότητα". Αυτό
είναι το "μέτρο" με το οποίο ο άνθρωπος μετρά την κατοικία του, την
διαμονή του πάνω στη γη, κάτω από τον ουρανό. Μόνο όταν ο άνθρωπος καταμετρά με
αυτόν τον τρόπο το κατοικείν του, μπορεί να είναι εναρμονισμένος με την ουσία
του. Το κατοικείν του ανθρώπου, βασίζεται σ' αυτήν τη μέτρηση της διάστασης, στην
οποία ανήκουν τόσο ο ουρανός όσο και η γη, μέτρηση που γίνεται με το βλέμμα
υψωμένο προς τα πάνω.
Κατά τη
μέτρηση δεν μετράται μόνο η γη, γι αυτό και δεν είναι απλή γεωμετρία.
Ακόμα λιγότερο, δεν μετράται ο ουρανός δι' εαυτόν. Η μέτρηση δεν
είναι επιστήμη. Η μέτρηση υπολογίζει τον Ενδιάμεσο Χώρο, ο οποίος φέρνει κοντά
τη γη με τον ουρανό. Αυτή η μέτρηση έχει το δικό της μέτρο, κι επομένως τη δική
της μετρική.
Η μέτρηση
της ουσίας του ανθρώπου στη χορηγούμενη σ' αυτόν διάσταση οδηγεί το κατοικείν
στη θεμελιώδη του δομή. Η μέτρηση της διάστασης είναι το στοιχείο στο οποίο
εξασφαλίζεται το ανθρώπινο κατοικείν, χάριν του οποίου διαρκεί. Η μέτρηση είναι
το ποητικό χαρακτηριστικό του κατοικείν. Ποιώ σημαίνει μετρώ. Αλλά τι σημαίνει
μετρώ; Είναι προφανές πως όταν στοχαζόμαστε το ποιείν ως πράξη μέτρησης δεν
πρέπει να το υποβαθμίζουμε σε μια κατά το δοκούν παράσταση σύγκρισης και
μονάδας μέτρησης.
Πιθανώς το
Ποιείν να είναι το κατεξοχήν μέτρο. Ακόμα περισσότερο, ίσως πρέπει να
προφέρουμε την πρόταση: Ποιείν είναι μετρείν, τονίζοντας την διαφορετικά, δηλαδή:
Ποιείν είναι μετρείν. Κατά την ποιητική διαδικασία συμβαίνει κατά τρόπο ιδιάζοντα
αυτό που είναι κάθε μέτρο στη βαθύτερη ουσία του. Γι΄ αυτό πρέπει να στρέψουμε
την προσοχή μας στην θεμελιώδη πράξη της μέτρησης. Αυτή η θεμελιώδης πράξη συνίσταται
στο ότι, πριν απ' όλα, πρέπει να λαμβάνεται το μέτρο για την εκάστοτε μέτρηση. Στην
ποίηση συμβαίνει κατά τρόπο ιδιάζοντα η λήψη του μέτρου. Η ποίηση είναι, με την
πιο στενή έννοια του όρου, "λήψη μέτρου", ενέργεια μέσω της
οποίας-και μόνο αυτής-ο άνθρωπος δεξιώνεται το μέτρο για όλο το μέγεθος της
ουσίας του. Ο άνθρωπος αναπτύσσει την ουσία του ως θνητός. Ονομάζεται έτσι
γιατί μπορεί να πεθάνει. Μπορώ να πεθάνω σημαίνει : είμαι ικανός για τον θάνατο
ως θάνατο. Μόνο ο άνθρωπος πεθαίνει-και μάλιστα συνεχώς-όσο καιρό διαμένει πάνω
σ' αυτήν τη γη, όσο καιρό κατοικεί. Όμως το κατοικείν του εδράζεται στο ποιείν.
Την ουσία του "ποιητικού", ο Χαίλντερλιν τη βλέπει στη "λήψη του
μέτρου" με το οποίο μετράται η ανθρώπινη ουσία.
Αλλά πως θα
αποδείξουμε ότι ο Χαίλντερλιν στοχάζεται την ουσία της Ποίησης ως λήψη του
μέτρου; Εδώ δεν χρειάζεται να αποδείξουμε τίποτα. Επιχειρούμε πάντοτε να
αποδείξουμε κάτι εκ των υστέρων, βασιζόμενοι σε κάποιες προϋποθέσεις. Ανάλογα
με το πως τις θέτουμε, μπορούμε να αποδείξουμε τα πάντα. Αντίθετα, μπορούμε
μόνο να παρατηρήσουμε κάποια πράγματα. Μας αρκεί, λοιπόν, να παρατηρήσουμε τον
ίδιο τον λόγο του ποιητή. Διότι στους στίχους που ακολουθούν ο Χαίλντερλιν
θέτει-πριν απ' όλα και κυρίως- το ερώτημα για το μέτρο. Το μέτρο αυτό είναι η
θεότητα ,με την οποία αναμετράται ο άνθρωπος. Το ερώτημα του στίχου 29 αρχίζει
με τις λέξεις: "Είναι άγνωστος, άραγε, ο θεός; "Προφανώς όχι. Διότι, αν
ήταν, τότε πως θα μπορούσε ως άγνωστος να είναι το μέτρο; Ωστόσο - κι αυτό
πρέπει να το προσέξουμε και να το συγκρατήσουμε- ο θεός, ως αυτός που είναι, είναι
άγνωστος για τον Χαίλντερλιν, και αν, σύμφωνα με τον Χαίλντερλιν, είναι το
μέτρο είναι ακριβώς επειδή είναι άγνωστος. Γι' αυτό τον καταπλήσσει και το
ερώτημα που εγείρει: πώς είναι δυνατόν αυτό που η ουσία του παραμένει άγνωστη
να αποτελεί για εμάς το μέτρο; Διότι, κάτι με το οποίο αναμετράται ο άνθρωπος
πρέπει να κοινοποιείται, πρέπει να εμφανίζεται. Αν όμως εμφανιστεί, τότε θα
είναι πλέον γνωστό. Όμως, ο θεός είναι άγνωστος, και παρ' όλα αυτά είναι το
μέτρο. Επιπλέον, αυτός θεός που παραμένει άγνωστος πρέπει, όταν εμφανίζεται ως
αυτός που είναι, να συνεχίζει να παραμένει άγνωστος. Αυτό που είναι μυστηριώδες
δεν είναι ο θεός αλλά ο τρόπος με τον οποίο φανερώνεται. Γι' αυτό και ο ποιητής
θέτει αμέσως μετά το ερώτημα: "είναι φανερός όπως ο ουρανός; "Και
απαντά ο Χαίλντερλιν : "Μάλλον αυτό πιστεύω".
Απόσπασμα από το βιβλίο του Martin Heidegger
Ξενόγλωσσος
τίτλος
|
«...DICHTERISCH
WOHNET DER MENSCH...»
|
ISBN
|
9789603481799
|
Εκδότης
|
ΠΛΕΘΡΟΝ
|
Σειρά
|
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
|
Χρονολογία
Έκδοσης
|
Νοέμβριος
2009
|
Αριθμός
σελίδων
|
64
|
Μετάφραση
|
ΙΩΑΝΝΑ ΑΒΡΑΜΙΔΟΥ
|
Επιμέλεια
|
ΓΙΩΡΓΟΣ ΞΗΡΟΠΑΪΔΗΣ
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.