Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2019

Έφτασε το τέλος της Λογοτεχνίας Τρόμου;

nyctophilia.gr | 4 Νοεμβρίου 2019

Γράφει ο Αντώνης Αντωνιάδης

 

Θυμάμαι, εκεί, στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και αρχές του ’90 που διάβαζα μανιωδώς τα διηγήματα φαντασίας και τρόμου των εκδόσεων τσέπης «Ωρόρα», σε μετάφραση και επιμέλεια Γιώργου Μπαλάνου, τις παροτρύνσεις του συγκεκριμένου συγγραφέα να ζητάμε στα βιβλιοπωλεία Λογοτεχνία Τρόμου, ώστε να εμπεδωθεί και σε εμάς τους αναγνώστες, αλλά και σε όλους ότι οι ιστορίες αυτές είναι λογοτεχνία κι όχι φθηνά αναγνώσματα τρίτης διαλογής. Πραγματικά, όταν έμπαινα σε βιβλιοπωλείο με σκοπό να αγοράσω κάποιο βιβλίο συγκεκριμένων συγγραφέων ρωτούσα «έχετε λογοτεχνία τρόμου;» και με κοίταζαν παράξενα, γιατί ο όρος δεν είχε ακόμα παγιωθεί. 

Χρόνια αργότερα και με τις προσπάθειες πολλών ανθρώπων που αγαπούσαν το είδος, ο όρος Λογοτεχνία Τρόμου δεν φαντάζει πια κινέζικη φράση. Ωστόσο το τελευταίο χρονικό διάστημα ένα ερώτημα στριφογυρίζει στο μυαλό μου και καθώς το έχω συζητήσει με φίλους συγγραφείς και αναγνώστες θεωρώ ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να το δημοσιοποιήσω.

Πριν αναφερθώ όμως στο ερώτημα καλό είναι να ξεκαθαρίσω τη δική μου άποψη σχετικά με τα δικά μου βιβλία, ώστε να μην υπάρχουν παρανοήσεις και παρεξηγήσεις. Προσωπικά, δεν θεωρώ τον εαυτό μου συγγραφέα τρόμου και παρ’ όλο που έχω γράψει διάφορα μυθιστορήματα και διηγήματα τα οποία εμπεριέχουν ψήγματα τρόμου και φρίκης, τα κατατάσσω συνειδητά στα φαντασίας και μυστηρίου. Οπότε με αυτή τη διευκρίνηση μπορώ να συνεχίσω το σκεπτικό μου και να αναπτύξω τον συλλογισμό μου.

Γενικώς όλες οι ιστορίες, εκτός από τις βιογραφικές, είναι φαντασία. Ναι, ακόμα και η ρεαλιστική λογοτεχνία, αφού στην ουσία είναι προϊόντα της φαντασίας των συγγραφέων. Εν τούτοις, με τον όρο φανταστική ιστορία έχουμε συνηθίσει να χαρακτηρίζουμε κάποια συγκεκριμένα υποείδη λογοτεχνίας, όπως για παράδειγμα την Επιστημονική Φαντασία, την Ηρωική, την Τρόμου κ.ά. Ναι, η Λογοτεχνία Τρόμου είναι υποείδος της Φανταστικής.

Ωστόσ,ο παρά την ανάπτυξη αυτών των υποειδών, αλλά και του συνόλου του είδους, την τελευταία δεκαετία θεωρώ ότι η Λογοτεχνία Τρόμου έχει πάψει να υφίσταται και έχει περάσει σ’ ένα άλλο επίπεδο, τόσο ως προς το ζήτημα της ποσότητας όσο και προς την ποιότητά της. Τι εννοώ; 

Παρατηρούμε ότι υπάρχει μια αύξηση στην ποσότητα των ιστοριών που χαρακτηρίζονται «τρόμου», ωστόσο όλες αυτές ποιοτικά δεν προκαλούν το συναίσθημα του φόβου, για το οποίο ο Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ είχε γράψει: 

«Το αρχαιότερο και βαθύτερο συναίσθημα του ανθρώπου είναι αυτό του φόβου και ο αρχαιότερος και βαθύτερος φόβος είναι αυτός του αγνώστου». 

Αυτό κατά τη γνώμη μου, η έλλειψη δηλαδή φόβου και τρόμου σε όλες τις ιστορίες που χαρακτηρίζονται «Τρόμου», δεν οφείλεται στο ότι δεν είναι καλές ή στους συγγραφείς τους, αλλά στην ανάπτυξη της τεχνολογίας και τον κατακλυσμό εικόνων και ήχων από την παιδική μας πια ηλικία.

Οι ιστορίες τρόμου είναι συνυφασμένες με την εξέλιξη του πολιτισμού μας. Ο φόβος για τους ανθρώπους ήταν εκείνο το συναίσθημα που σε συνδυασμό με την περιέργεια και τη λογική, μας ώθησε να αναπτύξουμε καλλιτεχνικό και τεχνολογικό πολιτισμό. Η ίδια η Επιστήμη, η Φιλοσοφία και σε μεγάλο βαθμό η Τέχνη, εμφανίστηκαν από τον φόβο του αγνώστου και τον φόβο του θανάτου, όπως υποστηρίζουν η Ψυχολογία, η Κοινωνιολογία και άλλοι επιστημονικοί τομείς. Έτσι, μπορούμε να φανταστούμε ότι οι ιστορίες τρόμου λέγονταν από τους ανθρώπους από την εποχή της τιθάσευσης της φωτιάς και θα συνεχίσουν να λέγονται και στο μέλλον. Τι συμβαίνει όμως σήμερα με την Λογοτεχνία Τρόμου και γιατί έγραψα ότι δεν υφίσταται;

Οι φανατικοί αναγνώστες της Λογοτεχνίας Τρόμου είμαι βέβαιος ότι έχουν προσέξει πως τις τελευταίες δεκαετίες η -ας την ονομάσουμε- «αγγλοσαξονική σχολή» παράγει ιστορίες που δεν προκαλούν το συναίσθημα του φόβου ή το αίσθημα της ανατριχίλας, αλλά προσφέρουν στους αναγνώστες ακραίες αναγουλιαστικές εικόνες∙ παίζουν περισσότερο με τον αποτροπιασμό των αισθήσεων ή προσπαθούν να κάνουν τον αναγνώστη να αισθανθεί άβολα και δυσάρεστα, παρά να φοβηθεί ή να τρομοκρατηθεί. Δεν θα μπορούσαν να κάνουν και διαφορετικά άλλωστε και ο λόγος είναι η τεχνολογία.

Οι μελετητές γνωρίζουν ότι οι ιστορίες τρόμου είναι παμπάλαιες και εμφανίζονται από τις απαρχές της ανθρωπότητας, ωστόσο συμβατικά, ως λογοτεχνικό είδος, τις χρονομετρούν από τον 19ο αιώνα με τον όρο «Γοτθικές Ιστορίες». Από την κυκλοφορία του Κάστρου του Οτράντο μέχρι σήμερα, ο τρόμος και ο φόβος στη λογοτεχνία έχουν αλλάξει. Και ενώ στις αρχικές ιστορίες υπήρχαν μονάχα κάποιες υπόνοιες ότι υπάρχει κάτι τρομερό, απλές αναφορές σε φαντάσματα και άλλα τέρατα που δρουν στο παρασκήνιο, στη συνέχεια οι νεότεροι συγγραφείς, κατά τις αρχές του 20ού αιώνα τα εμφάνισαν στο προσκήνιο και τα παρουσίασαν με λεπτομέρειες, προσφέροντας απίστευτες στιγμές φόβου και τρόμου στους αναγνώστες τους. Φανταστείτε λοιπόν μια εποχή που ο φωτισμός προερχόταν από κεριά ή την φωτιά στο τζάκι, που ακόμα η σύγχρονη Επιστήμη βρισκόταν στα σπάργανα, που τα διάφορα φυσικά φαινόμενα δεν είχαν εξηγηθεί ή και αν είχαν, οι θεωρίες δεν ήταν διαδεδομένες. Μια εποχή που δεν υπήρχε τηλέφωνο, ραδιόφωνο, τηλεόραση, κινηματογράφος και το ίντερνετ μήτε και σαν επιστημονική φαντασία.

Καταλαβαίνετε ότι οι ιστορίες τρόμου κυριαρχούσαν και η φαντασία των συγγραφέων γεννούσε τα αθάνατα τέρατα που συνεχίζουν να πρωταγωνιστούν στον χώρο. Κατόπιν η εμφάνιση του κινηματογράφου και της τηλεόρασης πρόσφερε μια συνδυαστική εκτίναξη της ανάπτυξης των ιστοριών τρόμου, όπου τα τέρατα από την φαντασία των συγγραφέων και των αναγνωστών έπαιρναν πια δισδιάστατη μορφή και εικόνα. Αυτή η ανάπτυξη κράτησε πιστεύω μέχρι την εμφάνιση του διαδικτύου, παρά τις ενδείξεις της πτώσης της ήδη από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80. 

Αναφέρομαι πάντα για τη λογοτεχνία τρόμου και όχι για τις ταινίες. Ήδη την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα λοιπόν, σε αναπτυγμένα τεχνολογικά κράτη εμφανίζονται οι συγγραφείς που αλλάζουν την ποιότητα των ιστοριών και στρέφονται από το συναίσθημα του φόβου στην εικονοποίηση σφαγών, κακοποιήσεων, κανιβαλισμού και ακραίας βίας. Ο λόγος όπως καταλαβαίνετε είναι ότι οι ιστορίες που προκαλούν φόβο και τρόμο δεν έχουν το ανάλογο αποτέλεσμα που είχαν παλιά, γιατί με την εμφάνιση των ιδιωτικών και συνδρομητικών καναλιών, με τις κινηματογραφικές και τις βίντεο ταινίες, οι αναγνώστες δεν αισθάνονται φόβο διαβάζοντας λέξεις. Εκεί λοιπόν που κάποτε οι ταινίες έδωσαν ώθηση στην αύξηση της παραγωγής ιστοριών, ταυτόχρονα ασυναίσθητα έγιναν και οι δήμιοι του είδους. Με την τεχνολογική μάλιστα ανάπτυξη των ηλεκτρονικών παιχνιδιών, όπου το κάθε παιδί και έφηβος μπορεί να βιώσει το συναίσθημα του τρόμου ή του φόβου μέσω της εικόνας και του ήχου, η πτώση της δράσης των ιστοριών τρόμου μέσω ανάγνωσης θεωρώ ότι είναι δεδομένη. 

Ίσως κάποιοι από εσάς να διαφωνήσουν και να υποστηρίξουν ότι ακόμα διαβάζουν ένα βιβλίο και φοβούνται κατά την ανάγνωση∙ μια διαφωνία κατανοητή και λογική, αφού η ποιότητα των συναισθημάτων εξαρτάται άμεσα από την ηλικία, τις γνώσεις και τις εμπειρίες. Ωστόσο σε γενικές γραμμές και ως επί το πλείστον νομίζω ότι οι περισσότεροι θα συμφωνήσετε ότι η ποιότητα του φόβου που προσφέρει μια ταινία, με την εικόνα και τον ήχο, ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι, ακόμα κι ένα δελτίο ειδήσεων, δεν είναι ίδια με την οποιαδήποτε ανάγνωση ενός βιβλίου που χαρακτηρίζεται τρόμου.

Επίσης, ένα τελευταίο στοιχείο τεκμηρίωσης της άποψής μου είναι η μείωση του αναλφαβητισμού και η εξαφάνιση πολλών δεισιδαιμονιών. Με τα ίδια μέσα, δηλαδή, τηλεόραση, ταινίες, ίντερνετ, αλλά και με την υποχρεωτική εκπαίδευση, η πλειονότητα των ανθρώπων έμαθε δέκα πράγματα που μείωσαν τον φόβο για το υπερφυσικό, όπως μείωσαν και την επιρροή των θρησκευτικών παραδόσεων στη ζωή τους, με αποτέλεσμα να μην τρομάζουν διαβάζοντας για φαντάσματα, δαίμονες και τέρατα, παρ’ όλο που πετάγονται ανατριχιασμένοι όταν βλέπουν μια ταινία.

Εν κατακλείδι, θεωρώ ότι οι ιστορίες τρόμου θα συνεχίσουν να συντροφεύουν την ανθρωπότητα, αλλά όχι ως λογοτεχνικό είδος, αφού μέσω των ηλεκτρονικών παιχνιδιών και των ταινιών ο φόβος που βιώνουν οι άνθρωποι από παιδιά, εξαιτίας της εικόνας και του ήχου, είναι ποιοτικά ανώτερος από την ανάγνωση μιας ιστορίας. Για αποφυγή παρεξήγησης, το τελευταίο αναφέρεται μονάχα για την ποιότητα του συναισθήματος κι όχι γενικώς για την προσφορά που έχουν τα ίδια τα βιβλία στον άνθρωπο, η οποία είναι κλάσεις ανώτερη από ταινίες και παιχνίδια.

Βιογραφικό του συγγραφέα

Ο Αντώνης Αντωνιάδης γεννήθηκε στην Άλτενα της Γερμανίας. Αποφοίτησε από την σχολή Φυσικοθεραπείας του Βελιγραδίου. Εργάστηκε ως αρχισυντάκτης στα περιοδικά ειδικού τύπου Άβατον και Μυστική Ελλάδα και Nimbus, ενώ το 2003 οργάνωσε την παραγωγή της τηλεοπτικής σειράς Άγνωστες Πύλες που προβλήθηκε στην ΕΤ3. Με κείμενα του έχει συμμετάσχει σε πολλά συλλογικά βιβλία. Επίσης, έχει επιμεληθεί βιβλία των εκδοτικών οίκων Αρχέτυπο και Άγνωστο. Το 2009 κυκλοφόρησε το ιστορικό μυθιστόρημα Ο Λύκος της Σπάρτης και το 2010 το Εκστρατεία στην Έρημο, τα οποία κυκλοφορούν από το 2013 στην Ιταλία. Το 2015 κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το βιβλίο Δαιμόνιος Βάκχος που το συνέγραψε με την Αγγελική Ράδου, ενώ την ίδια χρονιά εκδόθηκε στις ΗΠΑ το βιβλίο του Νεκρονομικόν, το Χειρόγραφο των Νεκρών, το οποίο κυκλοφορεί από τον Απρίλιο του 2018 και στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Οξύ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.