Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

Το Δόγμα Τρούμαν χαλιναγωγεί επί 73 χρόνια την ελληνική εξωτερική πολιτική

03/05/2020

Το Δόγμα Τρούμαν έγινε νόμος των ΗΠΑ στις 22 Μαΐου του 1947 και η εφαρμογή του στην Ελλάδα ξεκίνησε τυπικά με την υπογραφή της Ελληνοαμερικανικής Συμφωνίας στις 20 Ιουνίου του ιδίου έτους. Το Δόγμα Τρούμαν ανήγγειλε ουσιαστικά την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου και είχε ως αποτέλεσμα την μεταβολή της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ σε αυτό που γεωπολιτικά αποκαλείται η «θεωρία της ανάσχεσης». Με το δόγμα αυτό οι ΗΠΑ διακήρυξαν ότι θα υποστηρίξουν «τους ελεύθερους ανθρώπους που αντιστέκονται στην προσπάθεια υποταγής των σε ένοπλες μειοψηφίες ή εξωτερικές πιέσεις». Ο πρόεδρος Χάρι Τρούμαν με την «υποστήριξη» εννοούσε φυσικά ότι η αυξανόμενη κομμουνιστικοποίηση της Ευρώπης και ειδικά οι προσπάθειες των κομμουνιστών να καταλάβουν παράνομα την εξουσία στην Ελλάδα, την Τουρκία και το Ιράν θα ετύγχανε συγκροτημένης απάντησης από τις ΗΠΑ.

Το Δόγμα αποσκοπούσε πρακτικά στην βοήθεια των κυβερνήσεων Ελλάδας, Τουρκίας και Ιράν να αντιμετωπίσουν τον επαπειλούμενο κομμουνιστικό κίνδυνο. Χαρακτηριστικά ο Τρούμαν αναφέρει στην αυτοβιογραφία του πως «εάν η Ελλάδα και οι άλλες χώρες δεν ελάμβαναν την βοήθεια, τότε ήταν αναπόφευκτο να πέσουν στον κομμουνισμό και αυτό θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου για όλη την περιοχή».
Σε άρθρο της εφημερίδας «Καθημερινή» εκείνης της εποχής ο Γ.Α. Βλάχος σημειώνει ότι: «Ζήτημα ανεξαρτησίας δεν υπάρχει. Υπάρχει ζήτημα ένα και μόνο: Τα αφεντικά μας είναι δυο μάλλον: H Αμερική, η Αγγλία. Μ’ αυτούς θα ζήσωμε, μ’ αυτούς έχουμε συνδέσει την τύχη μας, μ’ αυτούς αναγκαστικώς θα περιμένωμε ώρας παγκοσμίου συνεννοήσεως, γενικής ειρήνης, καλύτερους καιρούς».

Μια ημέρα πριν την υπογραφή και δημοσιοποίηση της Ελληνοαμερικανικής Συμφωνίας, στις 19 Ιουνίου 1947, η εφημερίδα «Washington Post» έγραφε σχετικά: «Η ελληνική κυβέρνηση ζητεί να αναλάβει ουσιαστικά ο Dwight P. Griswold (επικεφαλής της αμερικανικής οικονομικής αποστολής στην Ελλάδα) την οικονομική διακυβέρνηση της χώρας. Οι διπλωματικοί παρατηρητές στην Ουάσιγκτον δεν μπόρεσαν να αναφέρουν παράλληλο γεγονός στη σύγχρονη ιστορία, όπως η προθυμία μιας ανεξάρτητης χώρας να αναθέσει τις εσωτερικές της υποθέσεις στα χέρια μιας άλλης».

Η εφημερίδα «Herald Tribune» στις 21 Ιουνίου 1947 σημειώνει: «Η Ελληνοαμερικανική Συμφωνία που υπεγράφη χθες αποτελεί συγκεκριμένο παράδειγμα της πιο στενής περιπλοκής μας και της υπερβολικής επέμβασης. Και αν ακόμη παραδεχθούμε ότι στην περίπτωση της Ελλάδας δεν υπήρχε άλλη λύση, η ανάμειξη μας εκεί είναι καθαρό παράδειγμα ενός γεγονότος που δεν μπορεί να επαναληφθεί από εμάς σε άλλες χώρες».

Γεγονός είναι ότι με την Ελληνοαμερικανική Συμφωνία η τότε ελληνική κυβέρνηση μετετράπη σε υπηρέτη των ΗΠΑ, εκείνη την χρονική στιγμή οικοδομήθηκε η εμπλοκή της Ουάσιγκτον στην ελληνική πολιτική σκηνή, μια εμπλοκή που είχε τα χαρακτηριστικά της γεωπολιτικής επένδυσης που έπρεπε διαχρονικά να αποδίδει καρπούς υπό οποιεσδήποτε προϋποθέσεις. Το Δόγμα Τρούμαν έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα για την αποχώρηση της Βρετανίας από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, εξ άλλου η Βρετανική Αυτοκρατορία δεν ήταν πλέον σε θέση να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στις παγκόσμιες υποθέσεις, οι ΗΠΑ ανέλαβαν από τους Βρετανούς την εξουσία στην Εγγύς και Μέση Ανατολή.

Η Ελλάδα με το Δόγμα Τρούμαν γίνεται ένας από τους πιο συμμορφούμενους εταίρους της αμερικανικής στρατιωτικής και εξωτερικής πολιτικής. Η Ελλάδα ήταν σταθερό μέλος των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην στρατηγική του Ψυχρού Πολέμου, οι κυβερνήσεις της χώρας με πολύ ολίγες εξαιρέσεις ήταν ιδιαίτερα φιλοαμερικανικές. Παρά την ενορχηστρωθείσα και επιτραπείσα από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο το 1974, η Ελλάδα εγκατέλειψε το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ μόνο για λίγο διάστημα και επανήλθε σε αυτό σχεδόν εκλιπαρώντας. Η βραχύβια προσπάθεια του Α. Παπανδρέου για περισσότερη ανεξαρτησία στην εξωτερική πολιτική αποδείχθηκε ως «έπεα πτερόεντα», ενώ η προσπάθεια του πρόσφατου Κ. Καραμανλή να πλησιάσει την Μόσχα μέσω του αγωγού πετρελαίου Μπουργκάς- Αλεξανδρούπολη οδήγησε στην πτώση του, αφού ο ίδιος αποδείχθηκε πολιτικά ως πολύ «μικρός» για να μπορέσει να επιβάλλει τα σχέδια του.

Η Ελλάδα κινείται από το 1947 άνευ ουδεμιάς επιφύλαξης πολύ κοντά στο στρατόπεδο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, κάτι που υποδηλώνεται και από την πρόσφατη υπογραφή «East Med Act» που βελτιώνει την στρατιωτική συνεργασία με τις ΗΠΑ και καθιερώνει τομείς συνεργασίας όπως η ενεργειακή ασφάλεια στην περιοχή. Οι ΗΠΑ είναι ιδιαίτερα ευχαριστημένες για την συμφωνία μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ αναφορικά με την εξερεύνηση και προώθηση των υποθαλασσίων ενεργειακών κοιτασμάτων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, δεδομένου ότι αυτή η συμφωνία θα μειώσει στο μέλλον την ευρωπαϊκή εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο (κάτι που μένει να αποδειχθεί, καθώς η οικονομική βιωσιμότητα του εγχειρήματος μέχρι στιγμής δεν επιβεβαιώνεται).

Οι ΗΠΑ είναι υπέρ το δέον ευτυχισμένες και με τον πρωθυπουργό Μητσοτάκη, καθώς αυτός ήταν από τους λίγους ηγέτες που υποστήριξαν δημόσια την δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Σολεϊμάνι στο Ιράκ, κάτι που δεν έκαναν ούτε η Γαλλία και Γερμανία. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η Ελλάδα το τελευταίο διάστημα μιμείται την εξωτερική πολιτική «μπανανιών» της Λατινικής Αμερικής, χωρών δηλαδή που ουσιαστικά κυβερνώνται από τους τοπικούς πρέσβεις των ΗΠΑ.

Η τωρινή ελληνική κυβέρνηση, όπως και αυτές των τελευταίων δεκαετιών, φαίνεται να πιστεύει αφελώς ότι κάνοντας την Ελλάδα ισχυρό στρατιωτικό σημείο των ΗΠΑ στην περιοχή θα μπορέσει να καταπολεμήσει τις τουρκικές αξιώσεις και βλέψεις στο Αιγαίο, στην Θράκη και στην Κύπρο. Θυμίζουμε όμως πρόσφατη ανακοίνωση της πρεσβείας των ΗΠΑ: «Αναγνωρίζουμε τα σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία, αλλά όχι τις επιπτώσεις στα χωρικά ύδατα που ισχυρίζεται η Ελλάδα. Δεν έχουμε λάβει θέση σχετικά με την κυριαρχία πάνω στα Ίμια/Καρντάκ, εν μέρει λόγω της έλλειψης συμφωνημένου θαλασσίου ορίου. Αναγνωρίζουμε την αξίωση των 6 μιλίων στα θαλάσσια σύνορα και την αξίωση στον υπερκείμενο εναέριο χώρο. Δεν αναγνωρίζουμε τον ισχυρισμό της Ελλάδας για τον εναέριο χώρο πέραν των ορίων των θαλάσσιων συνόρων».

[We recognize Greece’s border with Turkey, but not all the territorial waters implications which Greece asserts. We have not taken a position on sovereignty over Imia/Kardak, in part because of the lack of an agreed maritime boundary. We recognize the six-mile territorial sea claim and a claim to the super jacent air space. We do not recognize Greece's claim to territorial air space seaward of the outer limit of its territorial sea].

Απλό συμπέρασμα. Η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει αντίδραση από τις ΗΠΑ εάν η Τουρκία καταφέρει να καταλάβει κάποιο νησί ή βραχονησίδα στο Αιγαίο. Ανεξαρτήτως ρητορικής, η Τουρκία είναι πιο σημαντική για τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ απ’ ότι η Ελλάδα. Θυμίζουμε σχετικό εμπιστευτικό κείμενο του υπουργείου Εξωτερικών της Βρετανίας από το 1975: «Πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι σε τελευταία ανάλυση η Τουρκία πρέπει να θεωρηθεί πιο σημαντική για τα δυτικά στρατηγικά συμφέροντα από την Ελλάδα και ότι, εφόσον υπάρχουν κίνδυνοι, θα πρέπει οι κίνδυνοι αυτοί να πιέσουν περισσότερο τις ελληνικές παρά τις τουρκικές σχέσεις με την Δύση». Τίποτε από τότε δεν έχει αλλάξει σε αυτό το γεωπολιτικό σκεπτικό της Δύσης έναντι της Ελλάδας.

[We must also recognise that in the final analysis Turkey must be regarded as more important to Western strategic interests than Greece and that, if risks must be run, they should be risks of further straining Greek rather than Turkish relations with the West]

Από καθαρά στρατηγικής άποψης η Ελλάδα επίσης δεν είναι σημαντική για την Ρωσία απ’ ότι η Τουρκία. Ανεξάρτητα από την φυσική, θρησκευτική, ιστορική συγγένεια μεταξύ των δυο λαών, ανεξάρτητα από την Συνθήκη του Küçük Kaynarca του 1774 (σύμφωνα με την οποία η Ρωσία ανέλαβε να προστατεύει τους χριστιανούς στην Οθωμανική Αυτοκρατορία), την δημιουργία στρατιωτικής Ακαδημίας για τους Έλληνες στη Ρωσία, το Ελληνικό Τάγμα της Μπαλακλάβα της Κριμαίας και τον φιλορώσο Καποδίστρια, η γεωπολιτική πραγματικότητα έχει έως σήμερα αποδειχθεί ισχυρότερη από την νοσταλγία, το συναίσθημα ή την αταβιστική συγγένεια.

Καθώς η Ρωσία βλέπει να χρησιμοποιείται η Ελλάδα όλο και περισσότερο από τις ΗΠΑ ως εργαλείο αποθάρρυνσης των ρωσικών συμφερόντων στην Ανατολική Μεσόγειο, αναγκάζεται να «παίξει» το τουρκικό χαρτί για να ενισχύσει την επιρροή της. Προφανώς η Μόσχα έχει αναλύσει ότι, σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Τουρκία μπορεί να επηρεαστεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να αμφισβητήσει τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Αυτή η προσέγγιση εντάσσεται στο γεωστρατηγικό δόγμα περί «Realpolitik» της Ρωσίας. Πρέπει να τονισθεί ότι από την πλευρά της η Μόσχα είναι ευχαριστημένη να παρακολουθεί τα προβλήματα που προκαλούν στο ΝΑΤΟ οι καθημερινές ελληνοτουρκικές διενέξεις, ενώ ταυτόχρονα επηρεάζει την τουρκική εξωτερική πολιτική στην Μέση Ανατολή έτσι ώστε αυτή να ανταποκρίνεται μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα στους δικούς της στόχους.

Η Ελλάδα βρίσκεται στο περιθώριο όλων αυτών των εξελίξεων, αφού θεωρείται ένα απλό εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ και της στρατιωτικής πολιτικής του ΝΑΤΟ. Τίποτε δεν έχει αλλάξει από το 1947. Αντιθέτως η Τουρκία έχει δείξει δείγματα ανεξαρτησίας από τις ΗΠΑ, η εξωτερική της πολιτική ήδη από την εποχή Özal κάθε άλλο φιλοαμερικανική ή φιλονατοϊκή μπορεί να χαρακτηριστεί.

Σήμερα όπως εδώ και 73 χρόνια, είτε επί κομμουνιστικής Σοβιετικής Ένωσης ή επί Ρωσικής Ομοσπονδίας, οι σχέσεις της Αθήνας με την Μόσχα βασίζονται στο γεωπολιτικό παίγνιο των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο. Ως εκ τούτου απέχουν πολύ από το να είναι θετικές και στενές. Θα χρειαζόταν ένας πολιτικός του διαμετρήματος Καποδίστρια για να αρχίσει να αποκαθίσταται η ισορροπία. Εμείς οι εθνικιστές προσπαθούμε να συμβάλλουμε τα μέγιστα προς την προσπάθεια βελτίωσης των σχέσεων που ως τώρα έχουν αποτραπεί με τον ένα ή άλλο τρόπο.

Γ. Λιναρδής

ΠΗΓΗ: www.xrisiavgi.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.