Η προέλευση και η εξέλιξη της Γεωπολιτικής
Πέμπτη, 12 Σεπτεμβρίου 2019 www.xrisiavgi.com
Ο όρος γεωπολιτική χρησιμοποιήθηκε ολοένα και περισσότερο στην Γερμανία μετά το 1916. Το σημαντικότερο έργο του Kjellén «Οι μεγάλες δυνάμεις του παρόντος» εκδόθηκε στην Γερμανία το 1914 και είχε μεγάλη επιτυχία (19 εκδόσεις). Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ένας μαθητής του Ratzel, ο Karl Haushofer ανέλαβε την έδρα της Πολιτικής Γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και ξεκίνησε την καριέρα του ως «γεωπολιτικός». Το 1924 ο Haushofer εξέδωσε το περιοδικό Journal of Geopolitics, το περιοδικό αυτό για δυο δεκαετίες αντιπροσώπευε το κέντρο της γεωπολιτικής σκέψης στην κεντρική Ευρώπη. Από το 1931 ο Haushofer και οι μαθητές του προσέγγισαν τον γερμανικό εθνικοσοσιαλισμό, ο Rudolf Hess ήταν βοηθός και προσωπικός φίλος του Haushofer. Πολλές από τις γεωπολιτικές σκέψεις του Haushofer ασπάστηκε ο Adolf Hitler, η γερμανική γεωπολιτική την δεκαετία του 1930 γνώρισε πρωτοφανή περίοδο ακμής, θυμίζουμε ότι το Ινστιτούτο Γεωπολιτικής του Μονάχου με περίπου 1.000 επιστήμονες και υπαλλήλους σχεδίαζε την πολιτική στόχων του πολέμου 1940-45 μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας. Ο Karl Haushofer μετά την διαφυγή (;) του Rudolf Hess στην Βρετανία το 1941 έπεσε σε δυσμένεια, μαζί με ην γυναίκα του αυτοκτόνησαν το 1946.
Παράλληλα με την κεντρο-ευρωπαϊκή σχολή γεωπολιτικής, παρόμοια επιστήμη εμφανίστηκε και στις ΗΠΑ και Βρετανία. Η αγγλοαμερικανική σχολή γεωπολιτικής αναπτύχθηκε από τον ναύαρχο του ναυτικού των ΗΠΑ Alfred Thayer Mahan και τον Βρετανό γεωγράφο Halford Mackinder. Το βιβλίο του Mahan «Η επιρροή της ναυτικής δύναμης στην ιστορία, 1660-1783» που εκδόθηκε το 1890, τον έκανε έναν από τους κορυφαίους γεωπολιτικούς επιστήμονες στις ΗΠΑ. Ο πυρήνας της σκέψης του Mahan, ο οποίος αποκαλούσε τον εαυτό του «ιμπεριαλιστή», ήταν η υπεροχή των ναυτικών δυνάμεων στις διεθνείς συγκρούσεις και η σημασία του θαλάσσιου εμπορίου στην οικονομία μιας μεγάλης δύναμης όπως οι ΗΠΑ. Τα ευανάγνωστα κείμενα του Mahan είχαν μεγάλη απήχηση στο αμερικανικό ακροατήριο και ως εκ τούτου σημαντική επίδραση στο πολιτικο-στρατιωτικό κατεστημένο. Ο Mackinder από την πλευρά του είχε επικεντρωθεί στην Ευρασία και υιοθέτησε τελείως διαφορετικές προσεγγίσεις από τν Mahan. Παρ’ όλα αυτά οι Mahan και Mackinder θεωρούνται οι δυο πρωτεργάτες της αγγλοαμερικανικής γεωπολιτικής. Οι θεωρίες αυτών των αγγλόφωνων επιστημόνων επηρέασαν και εξακολουθούν να επηρεάζουν την παγκόσμια σχολή γεωπολιτικής και τις πράξεις δυτικών μεγάλων δυνάμεων.
Ο Nicolas J. Spykman, ένας εκ των ιδρυτών της σχολής «πολιτικού ρεαλισμού των διεθνών σχέσεων», στην δεκαετία 1940 ανέπτυξε περαιτέρω τις ιδέες του Mahan και του Mackinder και διαμόρφωσε την λεγόμενη θεωρία «Rimland» (θεωρία της περιφέρειας ή στεφάνης), μια περιοχή που βρίσκεται γύρω από την «Heartland» (καρδιά ή πυρήνας της γης) του Mackinder. Με την θεωρία του ο Spykman έθεσε τις βάσεις για την γεωπολιτική των ΗΠΑ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε αυτή την θεωρία βασίστηκαν οι Κίσινγκερ και Μπρεζίνσκι, οι ιδέες των οποίων χρησιμοποιήθηκαν πρακτικά από την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Οι Mackinder και Spykman συμφωνούν στην διαίρεση του κόσμου σε στρατηγικές ζώνες. Διαφέρουν ως προς το ποιο μέρος πρέπει να ελέγχει κανείς για να κυριαρχήσει στον κόσμο. Ο Mackinder διατείνεται ότι πρέπει να ελεγχθεί η ίδια η καρδιά της γης (Heartland), ενώ ο Spykman υποστηρίζει ότι αρκεί ο έλεγχος της περιφέρειας (Rimland) για να συγκρατηθεί και να ελεγχθεί η Heartland.
Η γεωπολιτική από την έλευση της στην ιστορία της επιστήμης έχει διασταυρωθεί με πυρά κριτικής. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου πολλοί επιστήμονες της Ευρώπης περιέγραψαν την γερμανό-σουηδική σχολή γεωπολιτικής ως «θεωρία νομιμοποίησης εθνικοσοσιαλιστικής πολιτικής», με αποτέλεσμα το σκέλος αυτό της γεωπολιτικής σκέψης να λήξει στην Ευρώπη. Αντιθέτως στις ΗΠΑ, η αγγλοσαξονική σχολή εισήλθε απρόσκοπτα στην πολιτική ρεαλισμού (Realpolitik) και διαμόρφωσε την σκέψη και την ιμπεριαλιστική πράξη σχεδόν όλων των προέδρων των ΗΠΑ.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι γεωπολιτικές ιδέες και θεωρίες αυξάνουν την επιρροή τους σε ιστορικό, φιλοσοφικό και πολιτικό πλαίσιο και επίπεδο, τα συμπεράσματα της γεωπολιτικής επιστήμης τείνουν να είναι όλο και πιο σεβαστά. Η Γεωπολιτική και η προφανής αδιάλειπτη συνέχεια της βοηθά στην ανάλυση και στην πρόβλεψη της διεθνούς πολιτικής και ειδικότερα της εξωτερικής πολιτικής. Αλίμονο στα κράτη που αγνοούν την εθνοκεντρική της σημασία στον ανελέητο αγώνα επιβίωσης στον «χώρο».
Σημείωση: Η δυναμική της γεωπολιτικής στην χωροθεσία του Αιγαίου δυστυχώς δεν γίνεται κατανοητή από το σημερινό πολιτικό προσωπικό του λεγόμενου συνταγματικού τόξου, όπως δεν έγινε κατανοητή την δεκαετία του 1950 στο Κυπριακό ζήτημα, παρά το γεγονός ότι και στην περίπτωση της Κύπρου αλλά και στην περίπτωση του Αιγαίου τα γεωπολιτικά στοιχεία είναι λαλίστατα. Αν ελαμβάνοντο τότε υπόψη, οι μεθοδεύσεις του Κυπριακού θα ήταν διαφορετικές, αν ληφθούν σήμερα υπόψη ίσως γλιτώσουμε την διχοτόμηση του Αιγαίου.
Γ. Λιναρδής
Brink, Tobias: Geopolitik – Geschichte und Gegenwart kapitalistischer Staatenkonkurrenz
Herwig, Holger H.: Geopolitik: Haushofer, Hitler and Lebensraum, in: Journal of Strategic Studies
Ritz, Hauke: Die Rückkehr der Geopolitik – Eine Ideologie und ihre fatalen Folgen
Sprengel: Kritik der Geopolitik – Ein Deutscher Diskurs, 1914-1944
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.