Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2025

Τα γενέθλια του γερμανικού εθνικισμού: Συγκριτικές προσεγγίσεις

 Α.Π.

Στις 9 Οκτωβρίου 1806, η Πρωσία κηρύσσει τον πόλεμο στη Γαλλία, και ο στρατός της, που θεωρείται αήττητος από την εποχή του Μεγάλου Φρειδερίκου, συντρίβεται μόλις πέντε μέρες μετά, στην Ιένα, και το Βερολίνο καταλαμβάνεται από τους Γάλλους.

Το γεγονός αυτό αποτέλεσε αφορμή για τη δρομολόγηση μιας απότομης εισαγωγής του γερμανικού χώρου στη νεωτερικότητα "από τα πάνω". Στη νότια Γερμανία ο Ναπολέων καταργεί τα μεσαιωνικά φεουδαρχικά προνόμια, ενώ στο βορρά το πρωσικό κράτος καταργεί τη δουλοπαροικία και φτιάχνει εθνικό στρατό με τη συμμετοχή των αγροτικών μαζών.

Στο χώρο του πνεύματος, αν και η γερμανική διανόηση ήδη πριν το 1806 ενατένιζε την εθνική ελευθερία, το έκανε με όρους μιας κουλτούρας σχεδόν αντιπολεμικής, ταυτίζοντας τη Γερμανία με τον Λόγο, τις Μούσες, ενώ τη Γαλλία με τη βάρβαρη πολεμική ισχύ, το σπαθί, τους Βάνδαλους. Ο Κλόπστοκ έγραφε: "Ελεύθερη, ω Γερμανία, μια μέρα θα είσαι! Μόνο λίγο ακόμα, και ο νόμος της λογικής θα υπερισχύσει του νόμου του σπαθιού." Κι ο Σίλερ πίστευε ότι ότι οι δάφνες του Καντ και του Γκαίτε είχαν μεγαλύτερη αξία από τις νίκες του Ναπολέοντα: "Μόνο εκείνος κατέχει τις Μούσες, / που τις φέρνει ζεστές στην αγκαλιά του./ Για τους Βάνδαλους, μοιάζουν πέτρα!"

Όλα αυτά θα άλλαζαν με την ήττα του 1806. Σ' όλη τη διάρκεια της τρομερής εκείνης χρονιάς, ο φιλόσοφος Φίχτε εργάστηκε στο στρατό ως κήρυκας-εμψυχωτής. Ο ποιητής Κλάιστ παιάνιζε τώρα σε μια νότα εντελώς διαφορετική από αυτή του Κλόπστοκ και του Σίλερ, ζητώντας την καταστροφή του Παρισιού, όπως της αρχαίας Ρώμης: "Γιατί βλέπω καθαρά ότι αυτή η δολοφονική γενιά / Δε θα αφήσει ήσυχο αυτό τον κόσμο / Μέχρι η ληστοφωλιά της να καταστραφεί ολοσχερώς / Και τίποτα άλλο παρά μια μαύρη σημαία / Να κρέμεται πάνω απ' τον ξερό σωρό των ερειπίων!"

Οι Γερμανοί, πλέον, μάθαιναν να είναι πολεμιστές. Ο πολέμαρχος Αρμίνιος, τον οποίο η προηγούμενη γενιά θεωρούσε βάρβαρο ληστή, γινόταν τώρα εθνικός ήρωας και πρόγονος. Οι ρομαντικοί μύθοι άρχιζαν να γεννιούνται και να φέρνουν μαζί τους τη νέα εθνική συνείδηση. Όπως στους Έλληνες μετά την αποτυχία του 1897 και στους Παλαιστίνιους μετά τη Νάκμπα του 1948, έτσι και στους Γερμανούς του 1806, ήταν μια ήττα, μια συντριβή στο πεδίο της μάχης που έμελλε να τους αφυπνίσει και να τους οδηγήσει σε εθνική αυτοσυνειδησία και σε μελλοντικούς νικηφόρους αγώνες.

Για τους μεταγενέστερους Παγγερμανιστές, το 1806 έγινε σημείο αναφοράς, το ανήγαγαν σε έτος γέννησης της ιδεολογίας τους. Όταν το 1890 η Γερμανία παραχώρησε κάποιες από τις υπερπόντιες αποικίες της στους Άγγλους, οι Παγγερμανιστές το είδαν αυτό σαν επανάληψη της ήττας του 1806, και είδαν τις δικές τους δραστηριότητες ως μια επανάληψη εκείνων των γερμανικών πατριωτικών οργανώσεων οργανώσεων της περιόδου μετά την Ιένα που είχαν προετοιμάσει την εκδίκηση. Άλλωστε ο ίδιος ο όρος Παγγερμανιστής (Alldeutscher) ήταν δανεισμένος από τον ποιητή Ernst Moritz Arndt, υμνωδό της εθνικής αναγέννησης έναντι των Γάλλων το 1813-15.

Αλλά κι οι κυβερνώντες εθνικοσοσιαλιστές βρήκαν λόγους να θεωρούν τη χρονιά εκείνη ιερή. Η κωμόπολη Braunau, όπου ο μικρός Αδόλφος μεγάλωσε στο σπίτι των γονιών του, καταλάμβανε μια ιδιαίτερη θέση στην εθνική ιστορία της Γερμανίας: εκεί, το 1806, με εντολή του Ναπολέοντα, ο τοπικός βιβλιοπώλης Παλμ εκτελέστηκε ως αντίποινα για τη διανομή πατριωτικών, αντιγαλλικών εντύπων. Tο Braunau παρέμεινε το αντικείμενο της γερμανικής επιθυμίας και, διακοσμημένο με ένα μνημείο προς τιμήν του Παλμ, έγινε ένας μικρός τόπος προσκυνήματος για τους Γερμανούς πατριώτες.

Κι έτσι για τους περισσότερους εθνικοσοσιαλιστές, ο ρομαντισμός ξεκινά το 1806, όχι το 1796. Ο επίσημος λογοτεχνικός ιστορικός του NSDAP, Άντολφ Μπάρτελς, θα γράψει το 1933: «Δεν μπορώ να το αρνηθώ, τουλάχιστον για μένα, ο πρώιμος ρομαντισμός έχει μια χροιά «παρακμής» και οι ηγέτες του δεν απολαμβάνουν τη συμπάθειά μου. Όχι εντός των συνόρων του 1796, αλλά εντός των συνόρων του 1806, θα πρέπει κανείς να αναζητήσει μια πραγματικά ρομαντική γερμανική νεολαία».

Γ. Δ. Ζιούτος, «Ο Σαμίσσο και το έργο του», στο Ανταλαμπέρ φον Σαμίσο, Η αξιοθαύμαστη ιστορία του Πέτερ Σλέμιλ, ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, Αθήνα 1991

«Ο ρασιοναλισμός, η φιλοσοφία της αστικής τάξης στην άνοδό της, δεν μπορούσε να αναπτυχθεί στις καθυστερημένες συνθήκες της φεουδαρχικής γερμανικής κοινωνίας. Αντίθετα, οι συνθήκες αυτές ήταν πρόσφορες για έναν αντι-ρασιοναλισμό. Αυτή η άρνηση της προόδου, -η οποία (πρόοδος) συντελέστηκε κατά τους αιώνες του καπιταλιστικού μετασχηματισμού και εκφράστηκε, ιδεολογικά, με τον ρασιοναλισμό-, θα ονομαστεί ρομαντισμός, ή ρομαντική φιλοσοφία.» (σελ. 12)

«Η συνθήκη της Βεστφαλίας (1648) αναγνώριζε στη Γερμανία 365 κράτη και κρατίδια, κάτω από πρίγκιπες και ηγεμόνες καθαρού φεουδαρχικού στυλ. Ζώντας στα μικρά […] αυτά κρατίδια οι μεγάλοι Γερμανοί διανοητές του 18ου αιώνα (Λέσσιγκ κλπ) μπόρεσαν να ενστερνιστούν και να επεξεργαστούν τις φιλελεύθερες δημοκρατικές ιδέες που είχαν αναπτυχθεί στα μεγάλα συγκεντρωτικά κράτη (Αγγλία, Γαλλία) και αφού τις συναρμολόγησαν με την ουμανιστική γερμανική κληρονομιά του 15ου και του 16ου αιώνα, έδωσαν στις ιδέες αυτές νέα έκφραση, που βρίσκουμε στην κλασική γερμανική φιλοσοφία και λογοτεχνία […]. Από την άλλη, η παλιά μυστικιστική παράδοση (Eckhart, Suso, Tauler) αποτελούσε το οπλοστάσιο της πνευματικής αντίδρασης. Τελευταία ακόμα οι θεωρητικοί του ναζισμού (Rosenberg) επικαλέστηκαν τον Έκχαρτ σαν τον προφήτη του γερμανικού έθνους και του «αρειανισμού». (σελ. 81)

«[…] σε χώρα που δεν υπάρχει πατρίδα αλλά επαρχίες (χώρες-Laender) βρίσκει μεγάλη απήχηση ο κοσμοπολιτισμός  του 18ου αιώνα, όπως τον είχαν διαπλάσει οι Άγγλοι και οι Γάλλοι φιλόσοφοι της καπιταλιστική ανάπτυξης και της αποικιακής εξάπλωσης. Με τη διαφορά πως, ενώ ο αγγλικός και κυρίως ο γαλλικός κοσμοπολιτισμός προβάλλουν έναν ιδανικό «πολίτη του κόσμου» πάνω στη βάση της ισοτιμίας των ευρωπαϊκών λαών, ο γερμανικός κοσμοπολιτισμός υψώνει τον τύπο του «ενάρετου Γερμανού» με τις μεσαιωνικές αρετές του (πιστότητα και αφοσίωση στον αρχηγό, θάρρος και αυτοθυσία, εγκράτεια) σε καθολικό πρότυπο που οι λαοί πρέπει να ακολουθήσουν αναγνωρίζοντας την υπεροχή του […]» (σελ. 13).

«Ο «ενάρετος Γερμανός» με τις μεσαιωνικές αρετές του, που οι άλλοι λαοί πρέπει να παραδεχτούν σαν οδηγό […], είναι, ιστορικά, ο πρόγονος του κατοπινού αρείου» […] (σελ. 82).

«[…] γίνεται φανερό τι είδους θα είναι τα όπλα που θα χρησιμοποιηθούν στον αγώνα ενάντια στην κυριαρχία μιας ξένης κουλτούρας, που θα πάρει στα χρόνια 1800, τη μορφή ξένης κατοχής (ναπολεόντεια αυτοκρατορία) και που θα αντιπροσωπεύει στην ηπειρωτική Ευρώπη το θρίαμβο της νέας αστικής κοινωνίας και των δημοκρατικών ιδεών. Οι στόχοι (του γερμανικού ρομαντισμού), που καθόρισε η ιστορική ανάγκη είναι σαφείς: ο ρασιοναλισμός και η καπιταλιστική προοδευτική ανάπτυξη, η πρόοδος γενικά. Ενάντια στους δυο αυτούς στόχους, θα στηθούν, σαν μεσαιωνικές πολεμικές μηχανές, η παράδοση, το παρελθόν, η φεουδαρχική ιεραρχική οργάνωση της κοινωνίας και ο αντι-ρασιοναλισμός (μυστικισμός, εξωλογική θεώρηση των φαινομένων). Ενάντια στον διαφωτισμό του 18ου αιώνα θα στηθεί το φράγμα ενός μεσαιωνικού σκοταδισμού: έκφρασή του θα είναι ο γερμανικός ρομαντισμός» (σελ. 15)

ΠΗΓΗ: Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.