Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2025

Μετά τον Κόμμοδο…

3ος Αιώνας μ.Χ.: Η κατάρρευση της Ρώμης, η δυναστεία των Σημιτών και η «παγκοσμιοποίηση» του Καρακάλλα

 «…Αυτοκράτορας της Ρώμης έγινε ένας σημίτης ιερέας. Είναι γνωστό ότι είχε κάνει… περιτομή και είχε μεταφέρει τα εμβλήματα της σκοτεινής λατρείας, της οποίας ήταν ιερέας σε αυτήν την ίδια την Ρώμη. Ήταν θερμός υποστηρικτής του ιουδαϊσμού τον οποίον ενίσχυε με κάθε τρόπο.»

Ο τελευταίος μεγάλος Αυτοκράτωρ της Ρώμης υπήρξε ο φιλόσοφος Μάρκος Αυρήλιος. Του οποίου Μάρκου Αυρηλίου διάδοχος, ως γνωστόν, υπήρξε ο Κόμμοδος, που τα εγκλήματά του και η αναξιότητά του τον οδήγησαν σε ένα φρικτό τέλος. Αμέσως μετά την δολοφονία του Κομμόδου αρχίζει μία περίοδος αναρχίας για την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Από τις «λεπτομέρειες» της Ιστορίας είναι και το γεγονός ότι μετά τον Κόμμοδο, την Ρώμη κυβερνήσανε για περισσότερα από σαράντα χρόνια Αυτοκράτορες σημιτικής καταγωγής, οι οποίοι διέλυσαν κυριολεκτικά τις δομές του κράτους, τα ήθη και τα έθιμα της Ρώμης, που βεβαίως βρισκόταν σε μία κατάσταση παρακμής ήδη από πολλών ετών και για τον λόγο αυτόν ακριβώς ήταν και εύκολο αυτό να γίνει.

Ένα κενό εξουσίας υπήρξε μετά το τέλος του Κομμόδου και ξαφνικά από το πουθενά Αυτοκράτωρ της Ρώμης έγινε ο διοικητής των Λεγεώνων της Παννονίας Λεύκιος Σεπτίμιος Σεβήρος Γέτας. Έγινε Αυτοκράτορας δια της δωροδοκίας, αφού υποσχέθηκε σε κάθε στρατιώτη που είχε υπό τας διαταγάς του 12.000 δραχμές (ποσό τεράστιο για εκείνη την εποχή) εάν τον βοηθήσουν να ανέλθει στον θρόνο. Ο Σεπτίμιος είχε γεννηθεί στην Αφρική το 146μ.Χ. και ήταν σημίτης. Μιλούσε δε με βαριά σημιτική προφορά τα λατινικά και είχε σπουδάσει στην Αθήνα. Κατά την διάρκεια μάλιστα των σπουδών του στην Αθήνα είχε νιώσει προσβολή από την περιφρόνηση των Αθηναίων για την βάρβαρη καταγωγή του και ένα από τα πρώτα μέτρα που πήρε σαν Αυτοκράτορας ήταν να περιορίσει τα δικαιώματα μίας κατ’ ουσίαν ελευθέρας πόλεως, που ήταν η Αθήνα για πολλούς αιώνες, δικαιώματα που της είχαν τιμητικά παραχωρήσει πολλοί από τους Αυτοκράτορες της Ρώμης. Όπως γράφουν οι ιστορικοί της εποχής του, χωρίς κανέναν δισταγμό έλεγε ψέματα και αγαπούσε τα χρήματα περισσότερο από την τιμή και την αρετή. Το πρώτο που έκανε παίρνοντας την εξουσία ήταν να καταδικάσει σε θάνατο μεγάλο αριθμό συγκλητικών και να ξεκληρίσει κυριολεκτικά την Αριστοκρατία της Ρώμης, δημεύοντας ακόμη και τις περιουσίες τους. Καθώς λέγουν είχε καταστήσει προσωπική του ιδιοκτησία την μισή σχεδόν Ιταλική χερσόνησο. Αφαίρεσε επίσης τα προνόμια από όλες τις αυτόνομες πόλεις της Ιταλίας και της Ελλάδος. Ο Σεπτίμιος σαν γνήσιος σημίτης ήταν βαθιά δεισιδαίμων και είχε δίπλα του μια στρατιά μάγων και ιερέων σκοτεινών θρησκειών της Ανατολής για να του ερμηνεύουν τους οιωνούς και τα όνειρά του.

Σκληρός υπήρξε επίσης ο Σεπτίμιος Σεβήρος και απέναντι στην ένδοξη πόλη του Βυζαντίου, την οποία πολιόρκησε και κατέλαβε. Στην συνέχεια έσφαξε σχεδόν όλους τους άνδρες της πόλεως και κατήργησε την ελευθερία και την αυτονομία της. Γκρέμισε επίσης και τα τείχη του Βυζαντίου για να είναι εύκολη βορά στις εισβολές των βαρβάρων που ήλθαν μερικά χρόνια αργότερα… Κατά ένα παράξενο τρόπο ο Σεπτίμιος συνδέεται και με το μυστήριο γύρω από τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αφού είναι αυτός που διέταξε να σφραγισθεί ο τάφος του Μεγάλου Μακεδόνα, ώστε να μη μπορεί ο λαός να πηγαίνει και να προσκυνά το Νεκρικό μνημείο του Έλληνα Στρατηλάτη. Μετά την ενέργεια αυτή σταματούν οι αναφορές στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου…

Έξι χρόνια μετά την άνοδό του στον θρόνο ο Σεπτίμιος παντρεύτηκε μία πλούσια γυναίκα από την Συρία, που ήταν κόρη ιερέως του θεού Ηλιογάβαλου (Ελαγάβαλου), που αποτελούσε μια σκοτεινή οργιαστική θεότητα των Σημιτών. Το 211μ.Χ. ο Σεπτίμιος απέθανε κατά την διάρκεια εκστρατείας του στην Βρετανία και τον διαδέχθηκε ο γιος του Καρακάλλας. Ένα χρόνο μετά την άνοδό του στην εξουσία, ο Καρακάλλας δολοφόνησε τον αδελφό του Γέτα και επιδόθηκε σε έναν πρωτοφανή διωγμό όσων θεωρούσε ότι μπορεί να ήσαν οπαδοί του αδελφού του. Είκοσι χιλιάδες πολίτες καταδικάστηκαν σε θάνατο, ενώ διατάχθηκε και η εκτέλεση τεσσάρων Εστιάδων, που ήταν Ιέρειες της πιο παλαιάς και ιερής λατρείας της Αρχαίας Ρώμης. Ο Καρακάλλας είναι αυτός που έδωσε το δικαίωμα του ελεύθερου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, θέλοντας να δημιουργήσει μία πολυεθνική πανσπερμία, θέλοντας να δημιουργήσει την «παγκοσμιοποίηση» της εποχής του πάνω στην οποία θα μπορούσε χωρίς αντίδραση να κυβερνά.

Ο μεγάλος φόβος του Καρακάλλα ήταν ο Ακμαίος Ελληνισμός της Αλεξανδρείας, της μόνης πόλεως, που από πολλές πλευρές μπορούσε να ανταγωνισθεί την Ρώμη. Χωρίς να έχει ξεσπάσει καμμία επανάσταση, αλλά βασιζόμενος σε υποψίες, ο Καρακάλλας εξεστράτευσε κατά της Αλεξανδρείας και επέβλεψε προσωπικά, σύμφωνα με τους ιστορικούς της εποχής, την σφαγή όλων των ικανών να φέρουν όπλα Ελλήνων της Αλεξανδρείας. Μετά την λεηλασία της πόλεως το 215μ.Χ. επισκέφθηκε τον σφραγισμένο, σύμφωνα με εντολή του πατέρα του όπως είπαμε παραπάνω, τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Τον Καρακάλλα διαδέχθηκε ένας μακρινός συγγενής του, ο Βάριος Άβετος, που ήταν ιερέας του σημιτικού θεού Βάαλ. Του εβραϊκού θεού του βορείου βασιλείου του Ισραήλ, που ήταν… κερασφόρος, εδέχετο ανθρωποθυσίες και που το σύμβολό του ομοιάζει καταπληκτικά με το σύμβολο που φέρει σήμερα η σημαία του Ισραήλ. Έγινε δηλαδή αυτοκράτορας της Ρώμης ένας σημίτης ιερέας ενός σκοτεινού θεού. Σαν αυτοκράτορας πήρε το όνομα Ηλιογάβαλος. Οι ιστορικοί της εποχής αναφέρουν ότι ξόδευε αμύθητα ποσά για συμπόσια και όργια. Όταν χρειαζότανε να ταξιδέψει 600 άμαξες μετέφεραν τις αποσκευές του και τις ερωμένες του. Είναι γνωστό ότι είχε κάνει… περιτομή και είχε μεταφέρει τα εμβλήματα της σκοτεινής σημιτικής λατρείας, της οποίας ήταν ιερέας σε αυτήν την ίδια την Ρώμη. Ήταν θερμός υποστηρικτής του ιουδαϊσμού τον οποίον ενίσχυε με κάθε τρόπο. Μετά την δολοφονία του Ηλιογάβαλου από τους Πραιτωριανούς, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας ένας άλλος σημίτης, μακρινός συγγενής του, που ονομάσθηκε Σεβήρος Αλέξανδρος. Ο νέος αυτοκράτορας της Ρώμης δίπλα από την κατοικία του είχε έναν ναό στον οποίο ευρίσκοντο εικόνες του Διός, του Ορφέως, του Αβραάμ και του Χριστού. Η «πανθρησκεία» της τότε «παγκοσμιοποίησης» είχε αρχίσει να λαβαίνει σάρκα και οστά… Καθόλου τυχαία οι Έλληνες ρήτορες της Αντιοχείας και της Αλεξανδρείας τον αποκαλούσαν «Αρχισυνάγωγο». Το 235μ.Χ. ο Σεβήρος Αλέξανδρος βρισκόταν σε εκστρατεία στην Ανατολική Γαλατία. Σύμφωνα με συμβουλή των σημιτών που τον περιέβαλαν, είχε αποφασίσει να προσφέρει στον εχθρό ένα τεράστιο ποσό για να εξασφαλίσει την ειρήνη. Οι λεγεώνες αρνούμενες να υποστούν τον εξευτελισμό εστασίασαν. Ανακήρυξαν αυτοκράτορα έναν γίγαντα από την Θράκη τον Μαξιμίνο, που ήταν ο διοικητής των λεγεώνων της Παννονίας και δολοφόνησαν τον σημίτη αυτοκράτορα και την ακολουθία του. Τα επόμενα 35 χρόνια ήταν τα χρόνια της στρατιωτικής αναρχίας, που διέλυσαν κυριολεκτικά την Ρώμη. Μέσα σε 35 χρόνια ανέβηκαν στον θρόνο της Ρώμης 37 Αυτοκράτορες! Η Ρώμη είχε γονατίσει και η αρχή του τέλους είχε γίνει από τον Σημίτη Σεπτίμιο και είχε τελειώσει με τον «Αρχισυνάγωγο» Αλέξανδρο Σεβήρο.

ΠΗΓΗ: xrisiavgi.com

Όταν ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης πήγε να παραδώσει ένα χριστουγεννιάτικο διήγημα στην εφημερίδα Ακρόπολις

  

Πήγε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στα γραφεία της εφημερίδας «Ἀκρόπολις» για να παραδώσει ένα χριστουγεννιάτικο διήγημα. Ο Σταμάτης Σταματίου δεν τον αναγνώρισε και μάλιστα σχημάτισε την εντύπωση ότι ήταν κάποιος άπορος που πήγε να πάρει τις δέκα δραχμές για τα Χριστούγεννα, όπως όλοι οι φτωχοί της εποχής. Ο Παπαδιαμάντης τις πήρε, αλλά ήθελε να δώσει και το κείμενό του. Ακολουθεί ο χαρακτηριστικός διάλογος στο πολυτονικό της καθαρεύουσας, όπως τον κατέγραψε ο Στ. Σταματίου:

-Κι᾿αὐτὰ τί νὰ τὰ κάμω; Δὲν τὰ θέλετε;
Καὶ μοῦ ἔδειχνε κάτι χαρτιά. Νόμισα πὼς ἦταν πιστοποιητικὰ ἀπορίας.
–Κράτησέ τα, τοῦ εἶπα, ἐμᾶς δὲν μᾶς χρειάζονται.
Ἐσείστηκε, λυγίστηκε ὀλίγο, ἔκανε, σκυφτὸς νὰ φύγῃ, ξαναγύρισε.
–Τότε ἀφοῦ δὲν σᾶς χρειάζονται αὐτά, ἐγὼ μὲ τί δικαίωμα θὰ πληρωθῶ;
–Δέν πειράζει, ἀρκούμεθα εἰς τὸν λόγον σας. Χριστούγεννα εἶναι τώρα.
–Ναί, ἀλλὰ ἂν δὲν πάρετε αὐτά, ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ πάρω χρήματα.
–Μά δὲν τὰ παίρνετε ἐσεῖς τὰ χρήματα, σᾶς τὰ δίνουμε ἐμεῖς!…
–Έ, τότε, πᾶρτε κι᾿ ἐσεῖς ἐτοῦτα ποὺ μοῦ τὰ ζητήσατε.
Καὶ τὰ ἄφησε σιγὰ καὶ μαλακὰ ἀπάνω στὸ τραπέζι. Ἐσκέφθηκα, μήπως τοῦ ζήτησε τίποτα πιστοποιητικὰ τὸ λογιστήριο.
–Μά τί εἶναι, ἐπὶ τέλους αὐτά, τοῦ λέω, ποὺ πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ τὰ πάρουμε;
–Τό διήγημα τῶν Χριστουγέννων, ποὺ μοῦ ἐζητήσατε.
–Τό διήγημα τῶν Χριστουγέννων… καὶ ποιὸς εἶσθε σεῖς;
–Ο Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης!
–Ο ἴδιος;
–Ο ἴδιος καὶ ὁλόκληρος!

Ἔπεσε τὸ ταβάνι καὶ μὲ πλάκωσε, ἡ πέννα ἔφυγε ἀπὸ τὰ χέρια μου, ὅλα ἐκεῖ μέσα, εἰκόνες, καρέκλες, βιβλία, ἐφημερίδες, σὰν νὰ στροβιλίσθηκαν γύρω μου καὶ ἔκανα ὥρα νὰ συνέλθω.
Ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης! Αὐτὸς ὁ πρίγκηψ τῶν Ἑλλήνων λογογράφων, ποὺ τὸν φανταζόμουνα ἀκτινοβολοῦντα, γελαστόν, ὡραῖον, καλοντυμένον, εὐτυχῆ, γεμάτον ἐγωϊσμόν, ἀέρα καὶ μεγαλοπρέπεια, αὐτός!… Αὐτὸς ὁ μαλακός, ὁ καλός, ὁ δειλός, ὁ φοβισμένος, καὶ τσαλακωμένος ἄνθρωπος, ποὺ στεκότανε μὲ συστολὴ μαθητοῦ ἐπιμελοῦς, ἐκεῖ ἐνώπιόν μου!… Αὐτός, ποὺ μᾶς ἔδωκε γλύκες πνευματικὲς καὶ συγκινήσεις ψυχικές, ποὺ ἀνιστόρησε κόσμους θαλασσινούς, κι᾿ ἐζωντάνεψε, ἐμπρός μας, ἀνθρώπους μακρυνοὺς κι᾿ ἀγνώστους, ποὺ τοὺς ἔκαμε δικούς μας, ἐντελῶς δικούς μας, σὰν νὰ περάσαμε μιὰ ζωὴ μαζί, αὐτὸς σὲ μιὰ τέτοια κατάστασι, ἐκεῖ ἐνώπιόν μου!… Τοῦ ἕσφιξα τὸ χέρι χωρὶς νὰ ἠμπορῶ οὔτε μιὰ λέξι νὰ προφέρω. Ἀπὸ τὴν ταραχή μου καὶ τὴ σαστιμάρα μου οὔτε τὸ φῶς δὲν ἄναψα. Αἰσθάνθηκα ἕνα τρεμουλιαστὸ χέρι νὰ σφίγγῃ τὸ δικό μου καὶ τὸν ἔχασα μέσα εἰς τὸ σκοτάδι… Ἔμεινε ὅμως πίσω μιὰ μοσχοβολιὰ κηριοῦ ποὺ λυώνει ἐμπρὸς στὶς ἅγιες εἰκόνες, κάτι ἀπὸ τοῦ καντηλιοῦ τὸ σβύσιμο, κάτι ἀπὸ θυμιατοῦ πέρασμα μακρυνό, μακρυνὸ πολύ…»

Πηγή: περιοδικό ΑΝΑΚΤΗΣΗ

Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2025

Othmar Spann Πολιτικός Ρομαντισμός και Οικονομική Φιλοσοφία

 

Ο Οθμάρ Σπαν (1878-1950) υπήρξε μια από τις πλέον εμβληματικές προσωπικότητες του διανοητικού κινήματος της Συντηρητικής Επανάστασης. Η Συντηρητική Επανάσταση ήταν ένα διανοητικό και πολιτικό κίνημα που είχε ως επίκεντρο, κατά κύριο λόγο, πανεπιστημιακούς και λογοτεχνικούς κύκλους της Γερμανίας από το 1918 μέχρι το 1933.[1] Αποτέλεσε μια απόπειρα να συνδεθεί ο παλαιότερος γερμανικός ρομαντικός και αντιδιαφωτιστικός εθνικισμός με την σύγχρονη εποχή. Όπως γράφει ο Jeffrey Herf, οι συντηρητικοί επαναστάτες μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο,

«ήταν δριμείς πολέμιοι της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, την οποία ταύτιζαν με τον χαμένο πόλεμο, τις Βερσαλλίες, τον πληθωρισμό του 1923, τους Εβραίους, τη μαζική κοσμοπολιτική κουλτούρα και τον πολιτικό φιλελευθερισμό. Προσδοκούσαν ένα νέο Ράιχ με τεράστια δύναμη και ενότητα, απέρριπταν την άποψη πως η πολιτική πράξη έπρεπε να καθοδηγείται από ορθολογικά κριτήρια, και εξιδανίκευαν την βία για την βία. Καταγγέλανε αυτό που θεωρούσαν ως πλήξη και αυταρέσκεια της αστικής ζωής και αναζητούσαν την ανανέωση σε μια ενεργοποιό «βαρβαρότητα».[2]

Η περίπτωση της Συντηρητικής Επανάστασης είχε κάτι καινοτόμο για τις αντιδιαφωτιστικές πολιτικές ιδέες και πρωτότυπο για την εποχή της. Μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο οι εθνικιστές διανοητές και πολιτικοί που αντλούσαν ιδέες από την πολιτική θεωρία του αντιδιαφωτιστικού Ρομαντισμού, λόγω του εγγενούς αντι-ορθολογισμού τους, κατέληγαν σε αντιτεχνοκρατικές ιδεαλιστικές πολιτικές προσεγγίσεις. Ωστόσο, αυτή η πολιτική στάση οδηγούσε σε μια αντίφαση μετά την εμπειρία του πρώτου μεγάλου πολέμου. Οι εθνικοί στρατοί είχαν βιομηχανοποιηθεί. Η ενσωμάτωση της τεχνολογικής αιχμής στην στρατιωτική οργάνωση ήταν κάτι απαραίτητο για τα κράτη των αρχών του 20ου αιώνα. Αν ένα κράτος ήθελε να υπερασπιστεί αποτελεσματικά την εθνική του ανεξαρτησία ή αν ένα έθνος ήθελε να την αποκτήσει όφειλε να οργανώσει τον στρατό του βασιζόμενο στις τεχνολογικές εξελίξεις. Οι συντηρητικοί επαναστάτες προχώρησαν σε μια τομή πάνω σε αυτό το ερωτηματικό. Μολονότι ορισμένοι εξ αυτών παρέμειναν προσηλωμένοι στις παραδοσιακές ρομαντικές και νεορομαντικές αντιτεχνοκρατικές τους θέσεις, άλλοι προχώρησαν σε μια ανανέωση της εθνικιστικής θεωρίας με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο, αποσπώντας την τεχνολογία από την μέχρι τότε ορθολογιστική και προοδευτική της ανάγνωση και ενσωματώνοντάς την, μέσα από περίπλοκα νεορομαντικά ιδεολογικά σχήματα και μεθοδολογικά εργαλεία ανάλυσης, στην ανορθολογική ρομαντική εθνικιστική θεωρία. Έτσι, διαμορφώθηκε εντός της Συντηρητικής Επανάστασης η τάση του «αντιδραστικού μοντερνισμού». «Ο πόλεμος υπήρξε μια καμπή για τον ρομαντικό αντικαπιταλισμό. Ήταν μετά τον πόλεμο που οι συντηρητικοί επαναστάτες συνέδεσαν τον ανορθολογισμό, τη διαμαρτυρία ενάντια στο Διαφωτισμό και μια ρομαντική λατρεία για τη βία, με τη λατρεία της τεχνολογίας».[3]

Ο Σπαν, ωστόσο, ήταν ένας από τους συντηρητικούς επαναστάτες που κατάφερε να διατηρήσει στην ανάλυσή του σχεδόν ακέραιη την παλιά ρομαντική θεωρία με τις καταβολές στην μεσαιωνική societas civilis, πετυχαίνοντας μάλιστα να την κάνει επίκαιρη στην εποχή του χωρίς να καταφύγει σε πολλές «αντιδραστικά μοντερνιστικές» συνταγές. Θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε ως έναν από τους πλέον συντηρητικούς εκ των συντηρητικών επαναστατών.

Πέρα από τα ακαδημαϊκά του καθήκοντα ο Σπαν φρόντισε να εισέλθει ενεργά στον στίβο της διανοητικές διαπάλης, επαναφέροντας τις παραδοσιοκρατικές και εθνικιστικές αρχές της ιδεολογίας του αντιδιαφωτιστικού πολιτικού Ρομαντισμού, μέσα από μια δική του ανανεωμένη εκδοχή, στο δημοσιολογικό προσκήνιο. Απώτερος στόχος του ήταν να συγκρουστεί από την μια με τους θιασώτες της πολιτικής φιλοσοφίας του φιλελεύθερου καπιταλισμού και από την άλλη με τους υποστηρικτές των μαρξιστικών ιδεών, προκειμένου να ορθώσει ένα ιδεολογικά ρομαντικό αντίβαρο απέναντι στο φιλελεύθερο και μαρξιστικό διεθνιστικό δίπολο των ισχυρών προοδευτικών διανοητικών τάσεων εκείνης της περιόδου.

Όπως και οι περισσότεροι συντηρητικοί επαναστάτες, ο Σπαν προερχόταν από τα μεσαία κοινωνικά στρώματα. Ήταν εκείνα τα στρώματα που η ανάλυση των φιλελεύθερων και των μαρξιστών πολιτικών και διανοητών περιέγραφε, κάποιες φορές, υποτιμητικά με τον όρο «ανθρωπάκοι». Οι «ανθρωπάκοι» της φιλελευθερομαρξιστικής ανάλυσης ήταν ανήσυχοι για αυτό που αντιλαμβάνονταν ως διασάλευση του γερμανικού κοινωνικού ιστού λόγω της επέλασης των ιδεών του προοδευτικού εκσυγχρονισμού και της ταξικής αντιπαλότητας. Το υλιστικά διεθνιστικό, άψυχο, μεγάλο κεφάλαιο από την μια και η οργανωμένη εργατική τάξη κάτω από τα λάβαρα του διεθνιστικού μαρξισμού από την άλλη, αποτελούσαν δυο πτυχές του ίδιου νομίσματος για τους συντηρητικούς επαναστάτες της μεσαίας τάξης. Για να αντιμετωπίσουν αυτή την διττή απειλή οι συντηρητικοί επαναστάτες επικαλέστηκαν το έθνος ως μια δύναμη ενότητας.

Οι διανοητές που επηρέασαν τον Σπαν ήταν πολλοί. Ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Θωμάς Ακινάτης. Κύριες επιρροές του ήταν οι Γερμανοί ρομαντικοί. Ο Φίχτε, ο Φραντς φον Μπάαντερ, ο Σλάιερμαχερ και, κυρίως, ο Άνταμ Μύλλερ. Επίσης, σημαντική επιρροή για τον Σπαν ήταν ο τσεχικός μεταρρυθμιστικός Καθολικισμός. Ο κύριος προσανατολισμός της πολιτικής σκέψης του Σπαν ήταν προς την ιδέα της κορπορατιστικής κοινωνικής οργάνωσης. Όπως έγραψε ο Τόμας Ρίχα στο άρθρο «Η Θεωρία του Καθολικά Όλιστικού του Σπαν – Το Θεμέλιο της Νεορομαντικής Θεωρίας του Κορπορατιστικού Κράτους»,

«Ο κορπορατισμός, θεμελιωμένος στον κοινωνικό ιδεαλισμό, λειτούργησε ως το όπλο του αυστρο-γερμανικού συντηρητισμού στον αγώνα του ενάντια στον ατομικισμό και τον υλισμό της καπιταλιστικής κοινωνίας, καθώς και ενάντια στον μαρξιστικό σοσιαλισμό. Αντικατόπτριζε την αναζήτηση μιας κοινωνικής θεωρίας που θα μπορούσε να αποτελέσει μια βιώσιμη εναλλακτική – έναν τρίτο δρόμο – ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό. […]

Η θεωρία του συντεχνιακού (κορπορατιστικού) κράτους δεν διατυπώθηκε πουθενά τόσο ολοκληρωμένα όσο στο πλαίσιο της θεωρίας του Καθολικού Όλου (Universalismus) -ενός ευρύτατου γνωσιακού συστήματος, στο οποίο, όλα τα μέρη της ανθρώπινης ζωής συνδέονται οργανικά με το Όλον».[4]

Ο Σπαν ονόμασε την θεωρία του «νεορομαντική θεωρία του Καθολικά Όλιστικού» ή  «Καθολικού Όλου».[5] Είναι μια θεωρία που έχει τις ρίζες της στον Ρομαντισμό και η οποία  αποτέλεσε το επίκεντρο της φιλοσοφικής σκέψης του Σπαν. Σύμφωνα με αυτήν ο κόσμος είναι ένα πεδίο πνευματικών δεσμών. Οι πνευματικοί δεσμοί του κόσμου υφίστανται μεταξύ των ανθρώπων αλλά ταυτόχρονα είναι υπερατομικοί. Ο άνθρωπος δεν αντλεί την ουσία του από την ατομικότητά του αλλά από την προσωπική διάδραση με άλλους ανθρώπους υπό την επιρροή αυτών των κοσμικών δεσμών. Για να διατηρήσει την πνευματική του υπόσταση ο άνθρωπος πρέπει να βρεθεί σε πολυσχιδή κοινωνία με άλλους ανθρώπους. «Η ψυχική και πνευματική ζωή γεννιέται και αναπτύσσεται μέσα από την αμοιβαιότητα με έναν άλλο νου […] Οι άνθρωποι δεν είναι ανεξάρτητες, αυτάρκεις, μηχανιστικές οντότητες, διότι η ζωτική ενέργεια της ύπαρξής τους εδράζεται στη πνευματική τους συνάφεια μέσα στο Όλον, στο καθολικό, στο σύνολο της ύπαρξης».[6]  Στην πολιτική σκέψη του Σπαν το έθνος αντιστοιχήθηκε με το κοινωνικό όλον. Ο Σπαν ήταν εθνικιστής και πίστευε στην ένωση όλων των Γερμανών σε ένα ενιαίο κράτος.

«Επιπλέον, θεωρώντας ότι το γερμανικό έθνος ήταν πνευματικά ανώτερο των άλλων εθνών — μια αντίληψη που μπορεί να θεωρηθεί το ατυχές αποτέλεσμα προσωπικής μεροληψίας — πίστευε ότι οι Γερμανοί είχαν καθήκον να ηγηθούν της Ευρώπης στην έξοδο από την κρίση της φιλελεύθερης νεωτερικότητας και να την οδηγήσουν σε μια υγιέστερη οργάνωση, παρόμοια με την οργάνωση που επικρατούσε στον Μεσαίωνα».[7]

Κατά τον Σπαν η κρίση του γερμανικού κόσμου που επακολούθησε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο οφειλόταν στο γεγονός ότι η Γερμανία ήταν θύμα των καπιταλιστικών δυνάμεων της Δύσης, αρχικά στο στρατιωτικό πεδίο και μετέπειτα στο εσωτερικό της, μέσω της επιβολής  της Συνθήκης των Βερσαλλιών στο διεθνές περιβάλλον και των φιλελεύθερων δημοκρατικών θεσμών στο εσωτερικό της γερμανικής κοινωνίας. Για τον Σπαν η αστική δημοκρατία ήταν ένα ατομικιστικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα ξένο προς την γερμανική ιστορία, που αποδυνάμωνε το εθνικό πνεύμα εξίσου με τον μαρξιστικό διεθνισμό.

Δεν θα επεκταθώ σε αυτό το εισαγωγικό κείμενο αναλύοντας περαιτέρω την πολιτική σκέψη του Σπαν. Αυτό ενδέχεται να γίνει σε μελλοντική έκδοση που θα αφορά κάποιο φιλοσοφικό έργο του. Αυτό το βιβλίο, όμως, αφορά τον Σπαν ως καθηγητή. Οι εκδόσεις Κλέος, συνεχίζοντας να παρουσιάζουν στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό έργα της ρομαντικής διανόησης, επέλεξαν να σταθούν στο πρώτο σημαντικό ακαδημαϊκό έργο του Σπαν το οποίο έγραψε το 1912 και ανατυπώθηκε γύρω στις είκοσι φορές μέχρι το 1930! Πρόκειται για το Τύποι Οικονομικής Θεωρίας. Επειδή το έργο αυτό είναι ογκώδες, εγκυκλοπαιδικό και αφορά συνολικά την οικονομική σκέψη όλων των ιδεολογικών και πολιτικών χώρων, προκειμένου να επικεντρωθούμε στο σημείο που αφορά τα ενδιαφέροντά μας και για να παρουσιάσουμε ένα ευσύνοπτο κείμενο, επιλέξαμε να κυκλοφορήσουμε στην ελληνική γλώσσα το κεφάλαιο στο οποίο Σπαν αναλύει συνοπτικά αλλά διεισδυτικά την αγαπημένη του οικονομική σκέψη του αντιδιαφωτιστικού πολιτικού Ρομαντισμού, καθώς και συναφείς με αυτήν γερμανικές οικονομικές θεωρίες.

Ο Σπαν παρουσιάζει την ρομαντική οικονομική θεωρία και εντοπίζει με ευστοχία την αντικαπιταλιστική υπόσταση της ιδεολογίας του αντιδιαφωτιστικού πολιτικού Ρομαντισμού σε γραπτά όχι ιδιαιτέρως γνωστών στην Ελλάδα διανοητών, όπως ο Άνταμ Μύλλερ. Θέλοντας να συμβάλουμε στην εμβάθυνση της γνώσης των ρομαντικών πολιτικών ιδεών και να εμπλουτίσουμε την ελληνική βιβλιογραφία με τέτοιες εκδόσεις, επιφυλασσόμαστε για μια μελλοντική έκδοση έργου της πολιτικής φιλοσοφίας του Σπαν. Προς το παρόν, παίρνουμε μια γεύση των ακαδημαϊκών του γνώσεων μαθαίνοντας από αυτόν την οικονομική πτυχή της ρομαντικής πολιτικής σκέψης.



[1] Ο Φριτζ Στερν εντόπισε τον πρώτο συγγραφέα που υιοθέτησε τον όρο «Συντηρητική Επανάσταση». Ήταν ένας από τους υποστηρικτές της. Ο Αυστριακός ποιητής Ούγκο φον Χόφμανσταλ, ο οποίος χρησιμοποίησε τον όρο για να προσδιορίσει το συγκεκριμένο διανοητικό κίνημα κατά το έτος 1927 στο «Das Schriftum als Geistiger Raum der Nation». Fritz Stern, The Politics of Cultural Despair:  A Study in the Rise of German Ideology, University of California Press, Berkeley, Los Angeles, London 1961, σελ. xv [2] Jeffrey Herf, Αντιδραστικός Μοντερνισμός. Τεχνολογία, κουλτούρα και πολιτική στη Βαϊμάρη και το Γ Ράιχ, μτφ, Παρασκευάς Ματάλας, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2012, σελ. 25. [3] Ο.π., σελ.28. [4] TOMAS J.F. RlHA,   «Spann’s Universalism - The Foundation of the Neoromantic Theory of Corporative State», σελ. 255, διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://ekladata.com/iHIAq0zoO6CNGRv1EdoBr9uDxrc/riha2008.pdf [5] Ο.π. [6] Ο.π. σελ. 256. [7] Ο.π.

ΠΗΓΗ: Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ.

Η παράνομη μετανάστευση απομυζά τους εθνικούς πόρους: 1,27 δισ. ευρώ ετησίως από Ελλάδα προς Ασία και Αφρική!

  

Το 0,5% του ΑΕΠ στέλνεται επίσημα εκτός Ελλάδος - Ίσως και διπλάσια χρήματα βγαίνουν «μαύρα» από την χώρα

Σύμφωνα με την Eurostat το 2024, το ισοζύγιο προσωπικών εμβασμάτων της Ελλάδας κατέγραψε έλλειμμα 1,27 δισ. ευρώ, περίπου το 0,5% του ΑΕΠ, δηλαδή 1,27 δισ. ευρώ έφυγαν καθαρά από τη χώρα, μέσω χρημάτων που στάλθηκαν στο εξωτερικό από πρώην ή νυν παράνομους μετανάστες που εργάζονται στην Ελλάδα.

Χρήμα που παρήχθη εδώ, φορολογήθηκε εδώ — και τελικά εξαφανίστηκε αλλού.

Και αυτό είναι μόνο η επίσημη «διαρροή» χρήματος. Τα χρήματα που μεταφέρονται μέσω των πρακτορείων χρηματοροής (Western Union κλπ.)  και τραπεζών. Όχι αυτά που βγαίνουν «μαύρα» από την χώρα που μπορεί να είναι και διπλάσια!

Το 2024 εκδόθηκαν 3,5 εκατομμύρια πρώτες άδειες διαμονής στην ΕΕ. Ο βασικός λόγος ήταν η εργασία.

Όχι όμως στην Ελλάδα.

Εδώ, το 55% των αδειών χορηγήθηκε για «άλλους λόγους» — διεθνή προστασία και «ανθρωπιστικοί λόγοι».

Το υψηλότερο ποσοστό σε ολόκληρη την Ένωση. Μια χώρα που δεν επιλέγει ποιον δέχεται, αλλά απλώς υποδέχεται όποιον φτάσει.

Το 2024 κατατέθηκαν σχεδόν 913.000 αιτήσεις ασύλου στην ΕΕ. Αναλογικά με τον πληθυσμό, η Ελλάδα — μαζί με την Κύπρο — κατέγραψε τα υψηλότερα ποσοστά. Οι αριθμοί δεν δείχνουν απλώς πίεση.

Δείχνουν πληθυσμιακή αλλοίωση και οικονομική «αιμορραγία».

Το ποσό αυτό είναι αυξημένο σε σχέση με το 2022, όταν το έλλειμμα ανερχόταν σε 0,95 δισ. ευρώ.

Και η αιτία είναι προφανής: Περισσότεροι μετανάστες στην αγορά εργασίας και καλύτερες αποδοχές. Όχι όμως για επένδυση στην ελληνική οικονομία, αλλά για χρηματοδότηση οικονομιών τρίτων χωρών.

Μια χώρα που αιμορραγεί πόρους, την ώρα που οι μόνιμοι κάτοικοί της ασφυκτιούν από χαμηλούς μισθούς, υψηλή φορολογία και διαρκείς δημοσιονομικούς περιορισμούς.

Και όλα αυτά ενώ οι μετανάστες κάνουν πλήρη χρήση υποδομών, υπηρεσιών και παροχών που χρηματοδοτούνται από τους Έλληνες φορολογούμενους. Το κόστος μένει εδώ. Το χρήμα φεύγει.

Το ελληνικό χρήμα φεύγει μαζικά προς τα έξω. Η σύγκριση είναι απολύτως αποκαλυπτική.

Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, η κατάσταση είναι ακόμη πιο εξωφρενική. Το 2024, οι εκροές εμβασμάτων από την ΕΕ ανήλθαν στα 52,1 δισ. ευρώ, ενώ οι εισροές περιορίστηκαν στα 14,8 δισ. ευρώ. Ένα καθαρό έλλειμμα 37,3 δισ. ευρώ.

Μια τεράστια άντληση πόρων από την ευρωπαϊκή οικονομία, την ώρα που οι πολιτικές ελίτ συνεχίζουν να μιλούν ανερυθρίαστα για «αναπτυξιακή συμβολή».

ΠΗΓΗ: www.pronews.gr

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2025

Η παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η εποχή μας: Ένας παραλληλισμός…

Κικέρων, το 54 π.Χ.: «Φορολογούμεθα για την κατανάλωσι οίνου και άρτου, για τα εισοδήματα και τις επενδύσεις μας, για την γη μας και για τα περιουσιακά μας στοιχεία, όχι μόνον για να συντηρούμε στην ζωή όντα εκφυλισμένα πού δεν αξίζουν καν τον τίτλο του ανθρώπου, αλλά και εν ονόματι της βοηθείας ξένων εθνών πού μέχρι πρότινος, αγνοούσαμε την ύπαρξί τους…»

Οπωσδήποτε κοινοτυπούμε, όπως άλλω­στε και τόσοι άλλοι, όταν αναφερόμεθα στο πρόβλημα της παρακμής της Ρωμαϊκής Αυ­τοκρατορίας και τον θάνατο του Ελληνο­ρωμαϊκού πολιτισμού. Δεν θα ήταν όμως καθόλου κοινότυπο, εάν εξετάζαμε τις τρα­γικές αυτές στιγμές της Ιστορίας κατ’ αναλογία με τα αντίστοιχα γεγονότα της παρα­κμής και του θανάτου του Δυτικού πολιτισμού, πού χαρακτηρίζεται και αυτός από την ίδια ελλειψοειδή καμπύλη ανακυκλώσεως, η οποία απετέλεσε το πλέον ιδιότυπο στοιχείο του προκατόχου του. Μελετώντας την εποχή της κυριαρχίας της Ρώμης, μένουμε κυριολεκτικώς έκθαμ­βοι, εμπρός στο θαύμα της οργανωμένης ισχύος του κράτους στα σύνορα και τις επαρχίες του. Αλλά όσον εκπληκτική και αν υπήρξε η ισχύς της Ρώμης, άλλο τόσον ήταν διαβρωμένος και διαλυμένος ο εσω­τερικός πυρήν της ισχύος της. Κατά την διάρκειαν των αέναων εχθροπραξιών με τους κατά καιρούς εχθρούς της και των κατα­στροφικών εμφυλίων πολέμων, οι ελεύθερες πτωχές τάξεις της Ιταλίας, η αριστοκρατία του αίματος και της γης, οι άνθρωποι, πού όπως επισημαίνει ο Sorel απεδέχθησαν τρομακτικές ανισότητες και υπέφεραν τόσο για να κατακτήσουν τον κόσμο, εξηφανίσθησαν.  Αντ’ αυτών ενεφανίσθη μία ολι­γαρχική πλουτοκρατία, η οποία εδέσποζε σε μία αχανή μάζα εκφυλισμένων, ένα άνευ προηγουμένου βιολογικό προλεταριάτο, καρπό του ασύδοτου δουλεμπορίου, πού εμάστιζε κυρίως τις αφρικανικές και τις ασια­τικές επαρχίες. Κάτω από την ανησυχία των επαναστάσεων και των εμφυλίων συγκρού­σεων από την μία πλευρά και την συνειδητοποίησι του εκφυλισμού τους, πού οδήγησε στην ανικανότητα τους να αυτοκυβερνώνται από την άλλη, οι μάζες υπετάχθησαν στην απόλυτο κυριαρχία των αυτοκρατόρων. Η κακοήθης κολακεία έγινε η κατ’ εξοχήν αγαπημένη ασχολία της συγκλήτου. Το δώ­ρο της μεγαλοφυΐας στα γράμματα και τις τέχνες μετετράπη σε μέσον δημιουργίας πο­λύπλοκων «πανηγυρικών» έργων χάριν του μονάρχου και των ευνοουμένων του. Η γενναιότης, η πίστις και η τιμή του όρκου και του λόγου, η ανεξαρτησία του πνεύματος, η αγάπη για τους παλαιούς ελευθέρους εθνι­κούς θεσμούς, παρεχώρησαν την θέση τους στην διαφθορά, τον φθόνο, την χαιρεκακία, την κακεντρέχεια και την κολακεία.

Η Ρώμη δεν ήταν πλέον η μεγάλη στρατιωτική δύναμις του παρελθόντος. Με την αλλαγή του συστήματος διακυβερνήσεώς της, οι ελπίδες της επιβιώσεως της είχαν εναποτεθεί στον δεσποτισμό του απολύτου μονάρχου και στην πολιτική της φυλετικής παμμειξίας. Η εξαφάνισις όμως των ελευθέρων τάξεων είχε και άλλα δυσμενή επακόλουθα, εκ των οποίων το σημαντικότερο ήταν η υπερφόρτωσις του δημοσίου τομέως. Για να ανταπεξέλθη το κράτος στις συνεχώς εντεινόμενες δυσκολίες, εξηναγκάσθη να δημιουργήση ένα Αγροτικό Πιστωτικό Οργανισμό για να εξασφάλιση τους απόρους αγρότες. Εν συνεχεία για να δικαιολόγηση τις αυξανό­μενες φορολογικές επιβαρύνσεις εδημιούργησε τον Κρατικό Οργανισμό Δημοσίων Έργων και για να ανακόψη τον πληθωρι­σμό, Συμβάσεις τιμών-ημερομισθίων, οι ό­ποιες είχαν σαν στόχο τους να περιορίσουν την κυκλοφορία του χρήματος. Η αύξησις των αγροτικών χρεών οδήγησε στην δη­μιουργία Οργανισμού Διαχειρίσεως Αγροτικών Χρεών, αντίστοιχο Οργανισμό Αποκαταστάσεως και τελικώς στην εμφάνισι  Ομοσπονδιακής Αγροτικής Τραπέ­ζης. Είναι ευνόητο πώς ηκολούθησε μία αλυσσιδωτή εμφάνισις τραπεζών, οι όποιες περιήλθαν στην Ιδιοκτησία ολίγων πλουτοκρατών.

Παρ’ όλα όμως αυτά, τίποτε δεν επέτυχε να συγκράτηση την τρομακτική άνοδο των τιμών του 301 μ.χ. Ετέθη τότε σε εφαρμογή νόμος ελέγχου των τιμών, ο οποίος όμως είχε σαν αποτέλεσμα την άνθησι της μαύρης αγοράς και την εξαφάνισι των ζωτικών ειδών διατροφής. Έτσι το κράτος υπεχρεώθη να εφοδιάζη καθημερινώς με δύο λίβρες άρτου 200.000 άτομα και αργότερα το δελτίο τρο­φίμων επεξετάθη και στο χοιρινό κρέας, το ελαιόλαδο και το μαγειρικόν άλας. Παραλ­λήλως και δι’ ευνόητους λόγους, εδόθη τρο­μερή έμφασις στον τομέα των δημοσίων θεαμάτων. Η συνεχής αύξησις των χρεών κατέστρε­ψε όλους τους μικροϊδιοκτήτες. Αντιθέτως οι κάτοχοι των μεγάλων εγγείων ιδιοκτη­σιών έγιναν πανίσχυροι. Το αποτέλεσμα ή­ταν η τρομακτική αστυφυλία και η αναγκαστική αύξησις του αριθμού των μισθωτών του δημοσίου. Η διανομή τροφίμων βάσει δελτίου συμπεριέλαβε 320.000 άτομα, ενώ από το 1.000.000 των κατοίκων της Ρώμης, το 50% ήταν δημόσιοι υπάλληλοι. Η γρα­φειοκρατία κατέπνιξε τον διοικητικό μηχα­νισμό και για να αντιμετωπισθή ο πληθωρι­σμός ηυξήθησαν και άλλο οι φόροι, έως ότου υπέκυψαν και οι τελευταίοι εναπομεί­ναντες φορολογούμενοι. Μερικούς αιώνες ενωρίτερα, πριν από την κατάφωρη χρεοκοπία του κράτους, ο Κικέρων, κατά το 54 π.Χ. είχε προειδοποιήσει: «Φορολογούμεθα για την κατανάλωσι οίνου και άρτου, για τα εισοδήματα και τις επενδύσεις μας, για την γη μας και για τα περιουσιακά μας στοιχεία, όχι μόνον για να συντηρούμε στην ζωή όντα εκφυλισμένα πού δεν αξίζουν καν τον τίτλο του ανθρώπου, αλλά και εν ονόματι της βοηθείας ξένων εθνών πού μέχρι πρότινος, αγνοούσαμε την ύπαρξί τους….»

Πέντε αιώνες μετά από τον Κικέρωνα, συναντούμε τον αντιδιαμετρικό του τύπο, στο πρόσωπο του Σιδωνίου, ενός Ρωμαιογαλάτου γαιοκτήμονος πού έγινε επίσκοπος. Από την διασωθείσα αλληλογραφία του πληροφορούμεθα για την ευχάριστη ζωή, των ευκατάστατων μεγαλοαστών του 5ου μ.Χ. αιώνος, στην νότιο περιοχή της σημερι­νής Γαλλίας. Ο Σιδώνιος ζούσε σε μία βίλα, στις λοφώδεις εκτάσεις πού ευρί­σκονται κοντά στο σύγχρονο Clermont. Διέ­θετε προσωπική βιβλιοθήκη, λουτρά και άλ­λες πολλές ανέσεις πού χαρακτηρίζουν τους αντιστοίχους μεγαλοαστούς της εποχής μας. Συνήθιζε τις κυνηγετικές εκδρομές και τα συμπόσια, έκανε δε ό,τι του ήταν δυνατό για να περνά ευχάριστα την ζωή του. Όμως η απειλή των βαρβάρων, τον είχε κατατρομοκρατήσει. Παρ’ όλους τους φόβους και τις ανησυχίες του, μας άφησε μία επιστολή, πού είχε αποστείλει σε κάποιο φίλο του και η οποία αποτελεί κλασσικό δείγμα της νοο­τροπίας των ανθρώπων της εποχής του: «Η θεία πρόνοια» έγραφε ο Σιδώνιος, «θα εισακούσει χωρίς αμφιβολία τις προσευχές μας και κάτω από την ευλογία μιας νέας ειρήνης, θα ενθυμούμεθα τους φόβους της εποχής μας, σαν απλή ανάμνησι…»

Η θεία πρόνοια όμως δεν έδειξε το παρα­μικρό ενδιαφέρον για τον Σιδώνιο. Λίγα χρόνια αργότερα, οι βάρβαροι κατέστρεψαν την βίλα του, καθώς εσάρωναν με τις επι­δρομές τους την νότιο Γαλλία. Επί δεκα­τρείς αιώνες, η νοοτροπία του Σιδωνίου και των ομοίων του έμελλε να εξαφανισθή από το ευρωπαϊκό προσκήνιο, για να επανεμφανισθή στην εποχή μας. Οι Κικέρωνες του XX αιώνος υπήρξαν δυστυχώς ελάχιστοι και δεν απαιτείται ιδιαίτερη οξύνοια στην σύγκρισι της παρηκμασμένης δομής της Ρώ­μης και του δυτικού κόσμου. Οι Σιδώνιοι του δυτικού ευρωπαϊκού πολιτισμού, ήλθαν και παρήλθαν και παρά το γεγονός ότι οι βάρ­βαροι δεν ενεφανίσθησαν για να προσφέ­ρουν στην Δύσι κάποια ανάλογη ληξιαρχική πράξι θανάτου με την αντίστοιχη της Ρώμης, δεν είναι απαραίτητο να εξακολουθούμε να περιμένουμε ένα συμβάν αυτού του τύπου για να αποφασίσουμε επιτέλους πώς οφείλουμε ιστορικώς να οντοποιήσουμε ένα νέο κύκλο ζωής.

Ίσως η δημιουργία να φαντάζει αδύνατη και απρόσιτη μέσα στις δυσοίωνες συνθήκες της εποχής. Αλλά οι θεοί πάντα αγαπούν αυτούς πού απαιτούν τα αδύνατα…

Η.Γ.Ζ

ΠΗΓΗ: xrisiavgi.com