Το τραπ/hip hop και η καγκουριά συνιστούν πτώσεις από την ανθρώπινη υπόσταση. Απευθύνονται σε ανθρωπόμορφα σκουπίδια και διαμορφώνουν νοοτροπίες που δύσκολα υπερβαίνουν το αντιληπτικό status του ουρακοτάγκου. Οι πιτσιρικάδες που μπλέκονται σε αυτά τα δίκτυα είναι οι κύριοι εκπρόσωποι της γενιάς που θα χρησιμοποιηθεί σε λίγα χρόνια από την εξουσία της παγκοσμιοποίησης ως βοηθός των ρομπότ και υπηρέτης της τεχνητής νοημοσύνης. Όπως έχω αναφέρει σε παλαιότερο άρθρο το τραπ και η καγκουριά είναι τα εργαστήρια μέσω των οποίων διαμορφώνει η φιλελεύθερη παγκόσμια εξουσία του εβραϊκού κεφαλαίου και το αμερικανικό κράτος την βολική και υπό διαχείριση νεολαία τους.
Το τραπ και η καγκουριά είναι ο μηχανισμός που εξοστρακίζει τον νεανικό ενθουσιασμό από την προοπτική της πολιτικής αμφισβήτησης στην επιθετικότητα της κουλτούρας των ποινικών. Το τραπ και η καγκουριά είναι μια καλή γέφυρα για την πρακτική υλοποίηση διεθνιστικών σχεδιασμών, καθώς πρότυπα των τραπ σκουπιδιών είναι οι μαφίες, οι εγκληματίες των αμερικανικών γκέτο και συγκεκριμένες κατηγορίες κακοποιών. Η εθνικότητα και η παράδοση δεν έχουν καμία αξία για τα hip hop σκουπίδια της Ελλάδος. Τουναντίον πρότυπά τους είναι οι συμμορίες των τσιγγάνων και των μεταναστών.
Είχα καιρό να κατέβω στον Πειραιά για βραδινή έξοδο. Το έκανα πριν λίγο καιρό όταν με κάλεσε ένας παλιός συμφοιτητής. Όταν ήπιαμε τα ποτά μας βγήκαμε για περπάτημα στο Πασαλιμάνι. Στο ρολόι, εκεί απ’ όπου κάποτε ξεκινούσαν τα πούλμαν για τις εκτός έδρας εκδρομές της θύρας 7, έγινε κατάληψη από βορειοαφρικανούς μετανάστες και ανθρωπόμορφα σκουπίδια της ελλαδικής καγκουριάς. Ο πεζόδρομος που ανεβαίνει προς τα βοτσαλάκια και την Καστέλα είχε κατακλειστεί από εκατό τουλάχιστον βορειοαφρικανούς. Εκεί ήταν το στέκι τους. Είχαν καταλάβει το πεζοδρόμιο, είχαν φέρει φορητά μηχανήματα παραγωγής ήχου από τα οποία έπαιζαν στην διαπασών τραγούδια των τόπων καταγωγής τους και χόρευαν ποδοπατώντας γυναίκες και άντρες που περνούσαν δίπλα τους. Ο παλιός μου συμφοιτητής έχει κάνει το μεταπτυχιακό του στο τμήμα τουρκικών σπουδών του ΕΚΠΑ και ξέρει λίγα τουρκικά κι αραβικά. Όταν με είδε να περνώ ανάμεσα από τις ορδές των βαρβάρων χωρίς να κάνω στην άκρη, υποθέτω ότι κατάλαβε πως μπορεί και να μπλέκαμε με δαύτους. Με ακολούθησε και μόλις διασχίζαμε τον λαβύρινθο από τις μελαμψές τους σκατόφατσες με τις στραβές μύτες και τα επιθετικά βλέμματα είπε, «Γιάλα». «Γιάλα» ανταπάντησαν αρκετοί από αυτούς και το ύφος τους μαλάκωσε. Κάποιοι, μάλιστα, μας απεύθυναν έναν χαιρετισμό. «Τι τους είπες;» τον ρώτησα όταν προχωρήσαμε δέκα βήματα πιο πέρα. Είναι ένας χαιρετισμός. Σημαίνει κάτι σαν «προς τον Θεό», μου απάντησε και συνέχισε. «Το χρησιμοποιούν συχνά. Είδες πώς αντέδρασαν;».
Είχα δει πως αντέδρασαν αλλά είχα δει και κάτι ακόμη χειρότερο από τα προηγούμενα. Μερικά βήματα δίπλα από τους μετανάστες, στο σημείο που ήδη είχαμε φτάσει, βρίσκονταν τα «ελληνόπουλα». Οι έφηβοι «μάγκες». Οι κάγκουρες της περιοχής. Με τα τραπ κουρέματα και τις φόρμες του στυλ American γκέτο, μια ομάδα από σαράντα τουλάχιστον ρεμπεσκέδες καθόταν δίπλα από τους βορειοαφρικανούς, κάπνιζε χασίς χωρίς κάποια συστολή στο κέντρο της πόλης και ζούσε το δικό της αμερικανικό όνειρο. Ο τρόπος που κάθονταν τα μαλακισμένα μιλούσε από μόνος του. Έδειχνε ότι πλησίαζαν σαν κουτσούνια την περιοχή των Αφρικανών για να πάρουν λίγη από την αίγλη της «μαγκιάς» των αραπάδων. Προσπαθούσαν να είναι και τα «ελληνόπουλα» μέρος της μυθολογίας των κάγκουρων. Να λένε και αυτά ότι συχνάζουν στα ίδια σημεία με τους «σκληρούς» και συμμορίτες μετανάστες.
«Γαμώ τα σπίτια σας, πουτάνας γιοι», μονολόγησα, καθώς προχωρούσαμε. «Εκμεταλλεύεστε την έλλειψη εθνικιστικού χώρου που θα ‘πρεπε να σας είχε στείλει για κολύμπι στην μαρίνα της Ζέας, γαμημένα μουνόσκυλα», συνέχισα με τα γνωστά επί δεκαετίες στον συμφοιτητή μου ξεσπάσματα αγανάκτησης. «Ξέχνα την Ελλάδα, ρε. Έχουν τελειώσει όλα. Δεν έχει πια νόημα να εκνευρίζεσαι», μου είπε καθώς προχωρούσαμε. Και μπορεί να μην είχε άδικο.
Το επόμενο Σάββατο βρέθηκα για μια βόλτα στην Χαλκίδα. Πηγαίνω σχεδόν κάθε χρόνο επί σειρά ετών. Βολτάρω στην παραλία, πίνω έναν καφέ, γευματίζω σε ένα από τα παραλιακά εστιατόρια και επιστρέφω στην Αθήνα. Εδώ και δέκα χρόνια δεν θυμάμαι να είχε καταληφθεί ο πεζόδρομος από σκουπίδια της καγκουριάς. Η περίοδος Μητσοτάκη, όμως, πέτυχε και αυτό τον στόχο. Ορδές αφιονισμένων εφήβων ξεφύτρωσαν σε όλη την χώρα. Αλβανοί, Μαροκινοαλγερινοί, Έλληνες τραπερς, πιτσιρίκες ξεβράκωτες με σκισμένα σορτς ή ακριβές τουαλέτες, όλοι χαρούμενοι πηγαινοέρχονταν στην παραλία. Αλλά το ξεχωριστό της υπόθεσης είναι ότι «αρχηγοί της φάσης», «μάγκες της υπόθεσης», είναι οι τσιγγάνοι τράπερς (δεν γνωρίζω αν ακούνε όντως τραπ ή αν απλώς έχουν υιοθετήσει το στυλ) που ελέγχουν την κεντρική πλατεία λίγο πριν το λούνα παρκ. Καθώς περπατούσα άκουγα τους μικρούς τράπερς να συζητούν. Θαύμαζαν κάποιον της παρέας τους γιατί καταγόταν από το Ζεφύρι. Έδειχναν να αντιμετωπίζουν με δέος αυτό το γνώρισμα «μαγκιάς». Ακόμη μεγαλύτερο δέος έδειχναν στην παρέα των έφηβων τσιγγάνων που καθόταν επιβλητική στην πλατεία.
Η πουτάνα η Δεξιά πέτυχε αυτό που ονειρεύονταν οι αριστεροί. Έκανε πράξη την «συμπεριληπτικότητα» με έναν δικό της τρόπο που στέρησε από την Αριστερά τόσο τους «αγωνιστές προλετάριους» όλων των φυλών τους οποίους ονειρευόταν όσο και την αποδοχή των woke φύλων στην «φάση» των νεανικών κύκλων. Στην καγκουριά και στους τραπ καραγκιόζηδες γίνονται δεκτοί τσιγγάνοι, Αλβανοί, Μαροκινοί και κάθε λογής μετανάστες. Αρκεί να είναι κακοποιοί, να θαυμάζουν τους εγκληματίες και να μην γουστάρουν τους πού@3ηδες. Κύριοι της φιλελεύθερης, ευρωπαϊκής, αντιφασιστικής και τα ρέστα Αριστεράς, την πατήσατε και πάλι. Γίνατε για πολλοστή φορά οι χρήσιμοι ηλίθιοι των Αμερικανών, της μεγαλοαστικής μούργας και των Δεξιών μπράβων της.
ΠΗΓΗ: Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.